ΑΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ ΠΡΙΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ, ΔΕ ΘΑ ΠΕΘΑΝΕΙΣ ΟΤΑΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ

(ΠΑΡΟΙΜΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ)

Τρίτη 31 Αυγούστου 2010

Tι είναι γύρω μας και μας ζητά;

Από tromaktiko

Από το κακό στο χειρότερο βλέπω να πηγαίνουμε και δεν μπορώ να φανταστώ που θα φτάσουμε ακόμη. Είμαι 18 χρονών και πλέον τα τελευταία χρόνια που έχω ανοίξει τα μάτια μου το μόνο που βλέπω γύρω μου είναι η δυστυχία σε όλο της το μεγαλείο...
Γιατί να υπάρχουν τέτοια άσχημα πράγματα γύρω μας; Είμαστε άνθρωποι και οι πρόγονοι μας ήθελαν και ξεκίνησαν να φτιάξουν μια ενωμένη κοινωνία(=ευδαιμονία για όλους). Έμαθα για την παρρησία και την ισότητα και τώρα που βγαίνω από το σχολείο δεν μου χρησιμεύει πουθενά να τα έχω ως αξίες. Έχουν χαθεί. Υπάρχει περίπτωση να μην είναι πλέον αργά για την ''σωτηρία"; Αλλά τι λέω; Αυτό το ψάχνω στην Ελλάδα; Ίσως πρέπει να με δει κάποιος ψυχίατρος....

Πιο πέρα αν ορθώσω το βλέμμα μου το ίδιο θα δω. Να σκοτώνονται τόσοι αθώοι άνθρωποι για το συμφέρων μερικών, πόλεμος για το πετρέλαιο. Γιατί; Για το πετρέλαιο και το κέρδος που θα βγάλει ένα κράτος και στη συνέχεια κάπου μονότονα θα καταλήξουν; Για να γίνει ένας η λίγοι παραπάνω άνθρωποι(αν αξίζουν να λέγονται έτσι) πλούσιοι εις βάρος του συνανθρώπου τους που υποφέρει από την πείνα, την λειψυδρία, τις αρρώστιες που δημιουργούν ''κάποιοι'' για την μείωση του πληθυσμού κλπ.

Έχουμε αφήσει τα πράγματα στα χέρια λάθος ανθρώπων, που από τη λάμψη του εύκολου χρήματος, κοιτάνε τον εαυτό τους και να κουκουλώσουν μερικά πράγματα που αφορούν μια ολόκληρη κοινωνία και όχι μόνο αυτούς.

Ανοίξτε τα μάτια της ψυχής σας, πριν να είναι πολύ αργά... Μόλις είδα αυτό το βίντεο με έπιασαν τα κλάματα... Όχι τόσο για αυτά που έβλεπα, αλλά για αυτά που δεν μπορώ να κάνω για να βοηθήσω... Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό στην Uganda της Αφρικής...

Αντέχεις να βλέπεις δίπλα σου έναν Άνθρωπο να μην έχει που να κοιμηθεί, να φάει, να μην μπορεί να ΖΗΣΕΙ και να μην βοηθάς; Στα μάτια ενός μικρού αθώου παιδιού βλέπεις τη αλήθεια με μεγάλα γράμματα ''ΒΟΗΘΕΙΑ''.


Η αμαρτία (χωρίς ηθικισμούς)


Πρόσφατα επισκέφτηκα τον αγιασμένο γέροντα Νεκτάριο στο μοναστήρι της Παναγίας Καλυβιανής (κοντά στις Μοίρες Ηρακλείου Κρήτης - ένα κέντρο μεγάλης ανθρωπιστικής δράσης) και, όταν με ρώτησε «τι κάνω», του απάντησα ΥΠΟΚΡΙΤΙΚΑ: «Αμαρτίες κάνω, γέροντα». Τότε μου απάντησε: «Να μη λες "αμαρτίες", να λες "λάθη"».
Με αφορμή αυτή τη γεμάτη αγάπη και παρηγοριά κουβέντα, ψαρεύω & ανεβάζω το παρακάτω άρθρο.

Από εδώ

Η λέξη αμαρτία σημαίνει σφάλμα στην αρχαία ελληνική γλώσσα. Αυτό σημαίνει και στους ορθόδοξους αγίους: ένα λάθος, που εμποδίζει τον άνθρωπο να γίνει θεός. Μόνο στη δυτική Ευρώπη η αμαρτία θεωρήθηκε έγκλημα που πρέπει να τιμωρηθεί (και η Εκκλησία εκεί κατάντησε ένας σκληρός θεσμός εξουσίας, ιδίως κατά το Μεσαίωνα). 
Στην ορθόδοξη παράδοση η αμαρτία θεωρήθηκε μια ασθένεια που ο άνθρωπος καλείται να τη θεραπεύσει ο ίδιος με τη μετάνοια (= μεταβολή του νου, δηλαδή αλλάζοντας μυαλά). Σκοπός της θεραπείας αυτής δεν είναι η απλή αποφυγή «αμαρτωλών πράξεων», αλλά κάτι πολύ πιο ριζικό: η κάθαρση της καρδιάς από τα πάθη, δηλαδή από τις ριζωμένες εκείνες ιδέες ή συνήθειες, που τραβούν τον άνθρωπο στην αμαρτία ξανά και ξανά. Τέτοια πάθη είναι η φιλαργυρία, η φιληδονία, η φιλαυτία, η φιλαρχία κ.τ.λ. (βλ. παρακάτω αναλυτικότερα).
Η Εκκλησία, με το θεσμό του πνευματικού πατέρα (εξομολόγου, αλλά και γενικά πνευματικού διδασκάλου, άντρα και γυναίκας), δεν εξαναγκάζει τον άνθρωπο σε μετάνοια, απλώς βρίσκεται εδώ για να βοηθήσει τον άνθρωπο, αν αυτός το θέλει, να θεραπευτεί από τα απίστευτα ψυχικά τραύματα που του προκαλεί η ασθένεια που ονομάζεται αμαρτία.
Μόνον όταν η Εκκλησία λειτουργεί ως θεραπευτήριο ψυχών, τότε είναι αληθινά ορθόδοξη Εκκλησία. Σε κάθε άλλη περίπτωση, οι άνθρωποι που υποτίθεται ότι τη στελεχώνουν είναι οι ίδιοι ασθενείς και η Εκκλησία δε μπορεί να λειτουργήσει σωστά –δε θεραπεύει.
Γι’ αυτό σήμερα, που ο άνθρωπος νιώθει άρρωστος ψυχικά, είναι της μόδας τα διάφορα συστήματα ανατολικής θρησκευτικότητας (π.χ. ινδικής), αλλά και δυτικής (διάφορες προτεσταντικές ομάδες «χαρισματούχων»), που του υπόσχονται ότι θα τον βοηθήσουν να ξαναβρεί την ηρεμία του, τη γαλήνη, την ισορροπία, την αρμονία, την «ανώτερη συνειδητότητά του»… Μόνο που και τότε ακόμη, κατά την ορθόδοξη ανθρωπολογία, ο άνθρωπος δεν έχει θεραπευτεί, απλώς έχει πάρει ένα «παυσίπονο», που μπορεί να έχει και παρενέργειες γι’ αυτόν. Η θεραπεία που προτείνει η ορθοδοξία δεν είναι κάτι απ’ όλα αυτά, αλλά κάτι πολύ πιο πέρα: η θέωση.
Κάποια ανατολικά συστήματα διαλογισμού κ.τ.λ. μιλούν και για θέωση: «να βρει ο άνθρωπος τη θεϊκή σπίθα που έχει μέσα του, να πιστέψει στον εαυτό του, να κάνει θετικές σκέψεις, κι έτσι θα γίνει θεϊκός». Αντίθετα, για τους αγίους της ορθοδοξίας η θέωση δε μπορεί να πετύχει παρά με την ένωση αγάπης με τον Τριαδικό Θεό –που σημαίνει και ένωση αγάπης με όλα τα άλλα πλάσματα του κόσμου, αφού ο Τριαδικός Θεός είναι Θεός της Αγάπης. Αν ο άνθρωπος δεν ενωθεί με το Θεό, μπορεί να νομίζει ότι έχει γίνει θεός, αλλά στην πραγματικότητα παραμένει σε κατάσταση γήινη, άρα ασθενής.



Πίνακας του V. van Gogh (από εδώ)

Όμως, για να ενωθεί με το Θεό, είναι απαραίτητη η κάθαρση από τα πάθη, που θα του επιτρέψει να ελαττώσει την αγάπη του προς τον εαυτό του και να αυξήσει την αγάπη του προς το Θεό και τους άλλους. Αυτό φυσικά διδάσκουν οι δικοί μας θεραπευτές, οι άγιοι, που έχουν πρώτα θεραπευτεί οι ίδιοι. Το διδάσκουν χωρίς να παίρνουν χρήματα ή οπαδούς γι’ αυτό. Δικαίωμά μας είναι αν θα τους εμπιστευτούμε ή όχι.
Μπορεί να μην τους εμπιστευόμαστε παρά μόνο όταν κάνουμε βόλτα σε άλλα συστήματα. Εκεί μπορεί να νομίσουμε ότι θεραπευτήκαμε και να καθίσουμε για τα καλά, να μην ξαναπλησιάσουμε την ορθοδοξία. Μπορεί να θεωρήσουμε κατάσταση υγείας την αθεΐα, τη γνώση, την τέχνη, πνευματικές καταστάσεις που μας φαίνονται «τέλειες» ή να εξαπατηθούμε και να νομίσουμε ότι δεν υπάρχει τέλειο, άρα καλά είμαστε εδώ, ασθενείς, αλλά «φυσιολογικοί» (τότε δεν έχουμε σπουδάσει τους αγίους και δεν ξέρουμε τη δική τους φυσιολογική κατάσταση).
Μπορεί όμως να διαπιστώσουμε με πόνο ότι δεν βρήκαμε τη θεραπεία. Και τότε ακόμη, έστω κι αν είμαστε γέροι, έστω κι αν είμαστε ψυχικά και σωματικά ερείπια, ακόμη κι αν έχουμε κάνει κακό στον εαυτό μας και σε άλλους, δεν είναι αργά. Σας παρακαλώ να θυμάστε ότι δεν είναι αργά. Η θεραπεία –η μετάνοια και η αγάπη– είναι πάντα εδώ και μας περιμένει. Και είναι εύκολη. Ξεκινάει δύσκολα, γιατί πρέπει να «νεκρώσουμε» το μέχρι τώρα λανθασμένο τρόπο ζωής μας, αλλά είναι σα μητρικό χάδι, που δεν τιμωρεί, αλλά ξεκουράζει. Η αμαρτία τιμωρεί, όχι η αγάπη –και ο Θεός είναι η αγάπη.

Ορισμός της αμαρτίας

Αμαρτία: μια ασθένεια, κατά την οποία η αγάπη που βρίσκεται μέσα στον άνθρωπο δεν κατευθύνεται στο Θεό και το συνάνθρωπο, αλλά στο Εγώ του ανθρώπου και σε άλλα –πραγματικά ή φανταστικά– αντικείμενα (ο εγωιστής δεν αγαπά τον εαυτό του, αλλά το Εγώ του, ένα φανταστικό είδωλο του εαυτού του που έχει σχηματιστεί μέσα του με τα χρόνια).
Αμαρτωλός δηλαδή είναι εκείνος που δεν είναι φιλόθεος και φιλάνθρωπος αλλά φίλαυτος (αγαπά τον «εαυτό του»), φιλάργυρος, φιλήδονος, φιλόδοξος, φίλαρχος (αγαπά την εξουσία) κ.τ.λ., ακόμη και φιλόζωος («εγώ αγαπάω τα ζώα, αλλά όχι τους ανθρώπους» λένε κάποιοι, «γιατί οι άνθρωποι μ’ έχουν πληγώσει, ενώ τα ζώα ποτέ» –είναι προφανές ότι η στάση τους είναι αποτέλεσμα τραύματος, όχι υγείας).
Η αγάπη αυτή δεν τον ενώνει με τα όντα, αλλά προκαλεί διάσπαση ή, μάλλον, επιτείνει τη διάσπαση που προκλήθηκε στην αυγή της ιστορίας, με το προπατορικό αμάρτημα –που ήταν ακριβώς αυτού του είδους η αγάπη, η αγάπη του ανθρώπου προς τον (ειδωλοποιημένο) εαυτό του. Η κατάσταση αυτή της διάσπασης ονομάζεται «αμαρτία» (=σφάλμα) και θεωρείται από την ορθόδοξη πατερική παράδοση ασθένεια.
Οι μορφές αυτές αγάπης θεωρούνται πάθη και, όταν εισχωρήσουν βαθιά στην καρδιά, τη δεσμεύουν και εμποδίζουν το αυτεξούσιο να λειτουργήσει. Τότε ο άνθρωπος απαλλάσσεται απ’ αυτά με «συντριβή της καρδιάς», διαδικασία με την οποία βγαίνουν από την καρδιά του.
Ένα σύμπτωμα της αμαρτίας είναι και το ν’ αγαπά κάποιος την αρετή (την «ηθική») πιο πολύ από τον άνθρωπο, δηλαδή να μισεί ή να περιφρονεί τους ανήθικους –χωρίς να ξεχωρίζει τον άνθρωπο από την κακή πράξη ή τις κακές επιλογές του, ώστε να μισεί την κακία αλλά να αγαπά τον κακό. Φυσικά ο ίδιος βάζει τον εαυτό του στους «καλούς» ή, κάποιος άλλος, λέει ότι έτσι είναι η ζωή, «πρέπει να ’σαι κακός για να επιβιώσεις». Και πάλι, αγνοεί την επιβίωση των αληθινά υγιών, των αγίων.
Άλλο σύμπτωμα της αμαρτίας: το να περιορίζω την αγάπη μου μόνο στην οικογένειά μου και «στα συμφέροντα της οικογένειάς μου» και να μισώ τους «εχθρούς της οικογένειάς μου». Γι’ αυτό ο Χριστός είπε: «όποιος αγαπά τον πατέρα ή τη μητέρα ή τα παιδιά του πιο πολύ από μένα δεν είναι άξιός μου» (Ματθ. 10, 34-39), γιατί αυτή η αγάπη, και μάλιστα μετά από εκβιαστικές πιέσεις του οικογενειακού του περιβάλλοντος, μπορεί να τον εμποδίζει από την υγιή αγάπη όλων των ανθρώπων, που είναι η αγάπη του Χριστού (Επαναστατήσατε ή ακόμα; [Προσοχή: Εγώ ξέρω καλύτερα ή ο Χριστός; Εγώ αγαπάω πιο πολύ τους δικούς μου ή ο Χριστός;]).
Όποιοι εμφανίζουν στην καρδιά τους αυτά τα συμπτώματα, δηλαδή όλοι ώς ένα βαθμό, κατά την ορθοδοξία, πάσχουν από την ασθένεια που ονομάζεται «αμαρτία».

Ποιοι είναι αυτοί οι ασθενείς;

Ας δούμε το ψυχογράφημα ενός ασθενούς κι ας διαπιστώσουμε πόσο υγιείς είμαστε (ο συγκεκριμένος ασθενής είναι θεολόγος και, υποτίθεται, συγγραφέας). [σημείωση "Νεκρού": το έχει εδώ].

Η θεραπεία

Ο δρόμος της θεραπείας είναι ο δρόμος της ταπείνωσης, που επιτρέπει στον άνθρωπο να αγαπά τους πάντες, ακόμη κι αν «δεν αξίζουν» την αγάπη του. Ο δρόμος αυτός αρχίζει με τη μετάνοια και ολοκληρώνεται στη θέωση. Διαρκεί μια ζωή και απαιτεί σκληρό αγώνα. Λίγοι φτάνουν στο τέρμα, αλλά τουλάχιστον στο δεύτερο ή το τρίτο στάδιο είναι σχετικά «εύκολο» να φτάσει ο καθένας.

Πρώτο στάδιο: μετάνοια – ο άνθρωπος επιλέγει να αλλάξει τρόπο ζωής και να γίνει ταπεινός. Αν δεν είναι χριστιανός, με το στάδιο αυτό συνδέεται το βάπτισμα, δηλαδή η ένταξη του ανθρώπου στην παγκόσμια Εκκλησία. Σκοπός ύπαρξης της Εκκλησίας άλλωστε είναι αυτή η θεραπεία, γι’ αυτό τα παρακάτω αναφέρονται σε χριστιανούς.
Ας σημειωθεί όμως ότι:
«ο Θεός δεν είναι φθονερός. Ο Θεός δεν είναι φίλαυτος ούτε φιλόδοξος. Αυτός ο Ίδιος ταπεινά και υπομονετικά αναζητεί κάθε άνθρωπο σε όλους τους δρόμους του. Γι’ αυτό μπορεί καθένας να γνωρίσει το Θεό σε αυτό ή σε εκείνο το μέτρο όχι μόνο μέσα στην Εκκλησία αλλά και έξω από αυτήν, αν και η τέλεια επίγνωση του Θεού χωρίς το Χριστό ή και έξω από τον Χριστό δεν είναι δυνατή (Ματθ. 11, 27). Έξω από τον Χριστό καμία πνευματική (μυστική) πείρα δεν δίνει στον άνθρωπο τη γνώση του Θείου Είναι ως της Μιας ακατάληπτης απόλυτης Αντικειμενικότητας σε Τρία ακατάληπτα απόλυτα Υποκείμενα, δηλαδή ως Τριάδα ομοούσια και αχώριστη. Εν Χριστώ όμως, αυτή η αποκάλυψη, αυτή η γνώση, γίνεται φως αιώνιας Ζωής, που ξεχύνεται σε όλες τις εκδηλώσεις της ανθρώπινης ύπαρξης» (π. Σωφρόνιος Σαχάρωφ, Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας, 2003, σελ. 242-243).
(Ο π. Σωφρόνιος του Essex είναι ένας από τους σύγχρονους Ρώσους αγίους Πατέρες της Ορθόδοξης Εκκλησίας - ["Νεκρός": βιογραφικό του με ένα κλικ]).
Επομένως μπορεί να σωθεί και ένας άνθρωπος που δεν εντάσσεται στην Εκκλησία, όμως η Εκκλησία είναι ο «ασφαλής δρόμος» (όχι ο «μόνος», αλλά ο «ασφαλής») που οδηγεί συνειδητά και με επίγνωση προς τη σωτηρία. Ωστόσο, ακατάλληλος δρόμος για τη σωτηρία είναι κάθε δρόμος που δε διδάσκει ταπείνωση και αγάπη.
Δεύτερο στάδιο: εξομολόγηση (μια ανεπανάληπτη άσκηση ταπείνωσης) – θεία Μετάληψη (ένωση με το Θεό μέσω της βρώσης και της πόσης του ανθρώπινου Σώματος και Αίματός Του, πράγμα που δεν είναι αυτόματα η θέωση, αλλά το εφόδιο που σιγά σιγά θα με κάνει ικανό ν’ αγαπώ χωρίς όρια)

Σ’ αυτά τα δύο στάδια ο άνθρωπος μπορεί να μείνει χρόνια ή για πάντα. Μπορεί επίσης να πέφτει συνέχεια πίσω στο πρώτο στάδιο. Δεν πειράζει. Ας σηκώνεται ξανά. Όμως να μην κολλήσει, να μη βρίσκει ως υποκριτική δικαιολογία ότι δήθεν «είναι αδύναμος». Αφού ο Θεός είναι μαζί του, δεν είναι αδύναμος. Απλά, φοβάται τις δυσκολίες ή δε θέλει να προχωρήσει και λέει ψέματα στον εαυτό του.
Το να προχωρήσω από το πρώτο στάδιο στο δεύτερο ή από το δεύτερο στο τρίτο είναι πολύ δύσκολο. Πρέπει να πολεμήσω με τον εαυτό μου, τις συνήθειές μου, τα συμφέροντά μου ή αυτά που με κάνουν να «νιώθω όμορφα». Αυτός ο αγώνας μερικές φορές προκαλεί μεγάλη ψυχική οδύνη και αναστάτωση. Συχνά απογοητευόμαστε ή κλαίμε. Όμως δεν είμαστε μόνοι. Ο Θεός είναι πάντα κοντά μας. Η εμπιστοσύνη σ’ Αυτόν δεν είναι μια ψεύτικη παρηγοριά, αλλά ένα αληθινό μέσο να προχωρήσουμε.
Η θεία Μετάληψη και γενικά η συμμετοχή στην εκκλησιαστική ζωή (νηστεία, εκκλησιασμό κ.τ.λ.) αποσκοπεί στο να ανοίξει η «καρδιά» του ανθρώπου και να δεχτεί τη χάρη του Θεού, που θα τον βοηθήσει να προχωρήσει. Γι’ αυτό η εκκλησιαστική ζωή θεωρείται απαραίτητη.

Τρίτο στάδιο: κάθαρση της καρδιάς από τα πάθη – ο άνθρωπος τους αγαπά πλέον όλους, και τους εχθρούς του, και προσεύχεται γι’ αυτούς. Χιλιάδες απλοί άνθρωποι φτάνουν εδώ (πρώτο στάδιο αγιότητας). Σημειωτέον ότι «όσο μεγαλύτερη η αγάπη, τόσο μεγαλύτερη η οδύνη της ψυχής. Όσο πληρέστερη η αγάπη, τόσο πληρέστερη η γνώση. Όσο θερμότερη η αγάπη, τόσο πιο πύρινη η προσευχή. Όσο τελειότερη η αγάπη, τόσο αγιότερος ο βίος», άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης (Αρχιμανδρίτη Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, ό.π., σελ. 443).
Τέταρτο στάδιο: φωτισμός του νου – ο άνθρωπος (άγιος) νιώθει το Άγιο Πνεύμα να ενεργεί μέσα του.  Προσοχή: και στα προηγούμενα στάδια μπορεί να νομίζει ότι Το νιώθει, αλλά να είναι απάτη ή αυταπάτη. Γι’ αυτό χρειάζεται πάντα συμβουλή «γιατρού» (πνευματικού πατέρα, γέροντα).
Πέμπτο στάδιο: θέωση – ο άγιος βλέπει τον Τριαδικό Θεό (συνήθως ως Φως). Δε χρειάζεται λόγια ή προσευχές (αρκεί η «νοερά προσευχή»). Νιώθει τη χαρά και τον πόνο κάθε πλάσματος στη Δημιουργία (χαρμολύπη). Κάνει θαύματα. «Είναι θεός σε όλα εκτός από τη θεϊκή ουσία» (άγ. Ισαάκ ο Σύρος), παραμένοντας άνθρωπος. Τότε η θεία Μετάληψη του προκαλεί ανέκφραστη χαρά, που δεν είναι «ιδέα του», αλλά πρόγευση του μελλοντικού πλήρους παραδείσου.
Οι εμπειρίες αυτού το σταδίου έρχονται και φεύγουν, αλλιώς ο άνθρωπος κινδυνεύει να τσακιστεί ή να νομίσει πως είναι ο Θεός (δηλ. θεός για τα άλλα πλάσματα της δημιουργίας). Μόνο μετά το θάνατο και κυρίως μετά την ανάσταση των νεκρών (όταν θα έχει ολοκληρωθεί η ενότητα όλων των πλασμάτων που θέλουν να συμμετάσχουν σ’ αυτή την ενότητα) η θέωση θα είναι πλήρης, μόνιμη και διαρκής κατάσταση.
Ό,τι κι αν κάνουμε στην Εκκλησία, όλη η «εκκλησιαστική μας ζωή» (π.χ. η νηστεία, η εξομολόγηση, η προσευχή, η συμμετοχή μας στις εκκλησιαστικές τελετές και στα μυστηρια) αποσκοπεί στην επίτευξη αυτού του στόχου. Αν δεν την αξιοποιήσουμε, για να πλησιάσουμε έστω την κάθαρση (που είναι ένας εφικτός στόχος, αν και δύσκολος), τότε η εκκλησιαστική μας ζωή –και, ας μου επιτραπεί, όλη μας η ζωή– είναι στείρα.

Προσοχή

Η κατάσταση της θέωσης είναι «ακριβή». Οι άγιοι αγωνίζονται μια ζωή για να την πετύχουν και δίδεται μόνο στους ταπεινούς. Αν κάποιος, χωρίς να έχει φτάσει τουλάχιστον στην κάθαρση (ζωντανή, αληθινή και ανυποχώρητη αγάπη για όλους, συνδυασμένη με ταπείνωση), επιδιώκει να πετύχει το φωτισμό ή τη θέωση (για να απολαύσει τις υπερφυσικές εμπειρίες αυτών των σταδίων), κινδυνεύει. Πιθανόν θα ακολουθήσει μεθόδους, ασιατικές (γιόγκα κ.τ.λ.) ή ακόμη και χριστιανικές (προσευχή), αλλά χρησιμοποιημένες σαν μαγεία ή σα να είναι ασιατικές.
Οι ασιατικές μέθοδοι (διαλογισμός κ.τ.λ.) δεν είναι κατάλληλες για να οδηγήσουν τον άνθρωπο στην ένωση με το Θεό, γιατί άλλωστε δεν αποσκοπούν σε κάτι τέτοιο. Δεν προϋποθέτουν μετάνοια, που συχνά είναι οδυνηρή, αλλά προσπαθούν να αποφύγουν την οδύνη. Θέτουν τον άνθρωπο στο κέντρο της προσπάθειας και προσπαθούν να ανασύρουν από «τα βάθη του» τις «κρυμμένες δυνάμεις του» και να επιτύχουν «αυτοπραγμάτωση», «αρμονία», «ανώτερη συνειδητότητα». Όμως η θέωση δεν είναι κάτι που αρχίζει τόσο γλυκά. Χωρίς κάθοδο στον άδη, δεν υπάρχει ανάσταση.
[Σε φιλοσοφικό επίπεδο αυτό σημαίνει πως, αν το άπειρο είναι κομμάτι μας, τότε οποιαδήποτε “θέωσή μας”, δηλαδή ανάδειξη των δικών μας βαθύτερων δυνάμεων, μας αφήνει άτομα (όντα με υπαρκτικό κέντρο το Εγώ τους), ενώ, αν το άπειρο είναι ένα Άλλο Πρόσωπο (άπειρο πρόσωπο = θεός, και ένας μόνο άπειρος Θεός μπορεί να υπάρχει, αλλιώς δε θα ήταν άπειρος. Μόνο που, για μας, ο άπειρος Θεός είναι η ασύλληπτη σχέση αγάπης Τριών Προσώπων άπειρα αγαπητικών, που η άπειρη αγάπη Τους Τα ενοποιεί κι έτσι γίνονται Ένας Θεός), τότε η θέωσή μας μάς κάνει απείρως πρόσωπα (όντα με υπαρκτικό κέντρο ένα Άλλο πρόσωπο, το οποίο αγαπούν). Εννοείται πως τότε γινόμαστε κοινωνοί του απείρου, γι’ αυτό και η αγάπη μας διαχέεται σε όλα τα όντα, όπως η αγάπη του Θεού].
Το ίδιο ισχύει αν χρησιμοποιούμε την προσευχή ως «μέθοδο» ανάπτυξης των «δυνατοτήτων μας». Πιθανότατα:
«θ’ αρχίσουν τότε –να φυλάει ο Θεός– οι “οράσεις”, οι “χαρισματικές” επισκέψεις. Όλα θα πάνε σχετικά εύκολα, η αγρυπνία, η νοερά προσευχή, η εγκράτεια στην τροφή και, εν συντομία, η πορεία προς την τελειότητα», απατηλά όμως. «Ο εχθρός θα τον παρακινεί σε αγώνες που δεν ανταποκρίνονται στις δυνάμεις του και συνεχώς θα του ψιθυρίζει: δες αυτό, δες εκείνο να η χάρη, να η τελειότητα, να εκείνος ο γνόφος ή το φως ή η αλήθεια κ.ο.κ. Με αυτά λοιπόν θα τον οδηγήσει προς την ολοκληρωτική απώλεια, εισάγοντας στη θέση της αλήθειας την πλάνη ή γεμίζοντας το νου και την καρδιά του με οίηση (=εγωισμό) και θα τον κάνει ανίκανο να δεχτεί τη χάρη του Θεού, που είναι πάντοτε έτοιμη να μας επισκεφτεί… Ένα μόνο κατάλαβα, ότι δεν πρέπει ποτέ ο άνθρωπος να ορμά προς τα οράματα, προς τη θεωρία (=θέα του Θεού), προς τις υψηλές κατακτήσεις. Όλα αυτά είναι ο δρόμος της πλάνης… Μην επιθυμείτε οράματα, ακόμα και την ώρα των οραμάτων» (π. Σωφρόνιος, στο Αγώνας θεογνωσίας, κεφ. 13 – μετά θάνατον έκδοση της πολυκύμαντης αλληλογραφίας του με το Δαβίδ Μπάλφουρ, έναν Άγγλο ορθόδοξο).
Η επιθυμία και η επιδίωξη μεταφυσικών εμπειριών, ακόμη και μέσα από την ορθόδοξη χριστιανική ζωή, κρύβει μια ιδιοτέλεια. Ο χριστιανός απλώς διψάει για το Θεό (θείος έρως) και προσεύχεται με την επιθυμία: «Θεέ μου, άνοιξε την αγκαλιά Σου και βάλε με μέσα, τον αμαρτωλό». Γι’ αυτό και η συνηθέστερη προσευχή των ορθόδοξων μοναχών είναι η λεγόμενη «μονολόγιστη ευχή»: Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με τον αμαρτωλό. Η προσευχή αυτή δε ζητά τίποτα συγκεκριμενο από το Θεό, και συγχρόνως ζητά τα πάντα. Αφήνει όμως Εκείνον να ελεήσει τον άνθρωπο, όπως Εκείνος θέλει, δηλαδή όπως Εκείνος ξέρει.

Θα σωθούν οι "εκτός";


Από ΟΟΔΕ

Πηγή: π. Ιωάννη Κοστώφ: "Πίστη και Λογική".
Μια έκδοση του Μανώλη Μελινού, Αθήνα 2002, σελ. 19-23 (προσαρμοσμένο).
Μεταγραφή /Επιμέλεια: Σ. Μ.
[προσθήκη εικόνας: "Νεκρός για τον κόσμο"]



"Ο πράος Μ. Γκάντι" (από εδώ). 


Πολλοί άνθρωποι αναρωτιούνται: «καλά, εμείς οι Χριστιανοί, έχουμε την πίστη μας, την ορθή πίστη, την Εκκλησία μας, την Αποκάλυψη του Κυρίου, είμαστε μέσα στο αυλάκι της σωτηρίας, της Βασιλείας των Ουρανών – ΕΑΝ βέβαια είμαστε προσεκτικοί στη ζωή μας. Όμως τι γίνεται με τους ανθρώπου που ανήκουν σε κάποιο άλλο θρήσκευμα; Τι γίνεται με τους Βουδιστές, τι γίνεται με τους Μουσουλμάνους, για να μην πάω σε άλλες Ομολογίες Χριστιανικές, ας μιλήσουμε γι' άλλες θρησκείες. Αυτοί δεν θα πάνε στον Παράδεισο; Τι κριτήρια θα 'χει ο Θεός γι' αυτούς; Μόνον εμείς θα κριθούμε και ανάλογα ή θα προαχθούμε, να το πω έτσι ή θα... κοπούμε; Μ' αυτούς τι γίνεται; Δεν υπάρχει σωτηρία

Η απάντηση είναι πως βεβαίως και μπορεί να υπάρξει σωτηρία. Το θέμα τοποθετείται ως εξής: Κάποιος που γνώρισε το Χριστιανισμό και βαπτίσθηκε, θα κριθεί βάσει του νόμου του Ευαγγελίου, του νόμου της Χάριτος. Κάποιος όμως που ζει στη Μαδαγασκάρη, για παράδειγμα, στη Σουμάτρα ή στο Βόρνεο, στη Νότιο Αμερική, στο Β. Πόλο, οπουδήποτε δεν έχει κηρυχθεί το Ευαγγέλιο, αυτός θα κριθεί σύμφωνα μ' αυτό το οποίο αναφέρει ο Απ. Παύλος στην προς Ρωμαίους Επιστολή: θα κριθεί βάσει του νόμου της συνειδήσεώς του: «Όταν οι εθνικοί —δηλαδή όλοι αυτοί που δεν έχουν γραπτό ηθικό νόμο— τηρούν εκ φύσεως τις διατάξεις τού νόμου, σ' αυτούς, μολονότι δεν έχουν γραπτό νόμο, νόμος είναι ο εαυτός τους. Αυτοί αποδεικνύουν ότι έχουν το έργο του νόμου γραπτό στις καρδιές τους» (β' 14-15).

Ο Θεός έχει βάλει, λοιπόν, σε όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους, οπουδήποτε και αν βρίσκονται πάνω στην γη, αυτό το αδέκαστο δικαστήριο, τον έμφυτο ηθικό νόμο, και βάσει αυτού θα κριθούν. Αν πορεύθηκαν σύμφωνα με τον έμφυτο ηθικό νόμο σωστά, θα μπουν στον Παράδεισο, αν όχι, δεν θα μπουν στον Παράδεισο.

Βέβαια θα υπάρχει —σύμφωνα με το «αστήρ αστέρος διαφέρει εν δόξη» (Α' Κορ. ιε' 41)— διαβάθμιση στον Παράδεισο, όπως εξάλλου και στην Κόλαση. Οι άνθρωποι άλλων θρησκευμάτων, λόγω των καλών πράξεων τις όποιες θα πράξουν, θα μπουν στον Παράδεισο, αλλά δεν θα απολαύσουν αυτά τα όποια θα απολαύσει π.χ. ο Απ. Παύλος ή ο Άγιος Μακάριος.

Κάποιοι ίσως να σκεφτούν: Δεν είναι «άδικο» αυτό γι’ αυτούς; Όχι, δεν είναι άδικο γι’ αυτούς, διότι κρίνονται και ευκολότερα. Ό Χριστιανισμός είναι πολύ δύσκολος με τις εντολές τις οποίες έχει. Αυτό εξάλλου —για να κάνουμε μια παρέκβαση— αποδεικνύει λόγω και της πληθύος των πιστών και την αλήθεια του. Αν κάποιος θέλει να τραβήξει οπαδούς, δεν τους λέει αρνητικά πράγματα. Αντιθέτως, τους τάζει «λαγούς με πετραχήλια», τους κολακεύει, τους κανακεύει. Αυτά, όμως, τα οποία είπε ο Χριστός στους μαθητές Του ήταν: «Εν τω κοσμώ θλίψιν έξετε»(Ιω. ις' 33), «Ει εμέ έδιωξαν και υμάς διώξουσιν» (Ιω. ιε' 20) κι ένα σωρό τέτοια πράγματα, που είναι αποτρεπτικά να τραβήξεις τον κόσμο κοντά σου. Το ότι λέει τέτοια πράγματα και παρ' όλα αυτά έρχονται οι άνθρωποι κοντά του, αυτό αποδεικνύει ότι είναι αλήθεια ο Χριστιανισμός.

Αλλά για να επανέλθουμε στο θέμα μας σχετικά με τους αλλόθρησκους. Δεν είναι τόσο «τυχερός» ο Χριστιανός, διότι από τους Χριστιανούς ζητάει πολύ περισσότερα ο Χριστός! Και θα πάνε σε ΚΑΤΩΤΕΡΗ θέση από τους αλλόθρησκους, αν δεν πράττουν αυτά τα όποια ζητάει ο Χριστός. Οι άλλοι δεν θα κριθούν σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, αλλά ευκολότερα.

Δείτε τη διαφορά: ενός ανθρώπου, ο όποιος θα κριθεί σύμφωνα με τον έμφυτο ηθικό νόμο, το πολύ-πολύ να του καταλογίσει ο Θεός, την πράξη της μοιχείας, για παράδειγμα. Ενώ ο Χριστιανός θα κριθεί πολύ πιο αυστηρά, ακόμα και για ένα πονηρό βλέμμα π.χ., θα κριθεί «εν λόγω, έργω και εν διανοία»). Θα είναι περισσότερα τα οφέλη για τον Χριστιανό, αλλά θα είναι και αυστηρότερο το κριτήριο και δυσκολότερος ο αγώνας του. Όλα είναι δίκαια. Ο Θεός είναι ακριβοδίκαιος. Όπως λέει ο π. Παΐσιος από το Άγιο Όρος, «ο Θεός δεν έχει ούτε δυο ζυγαριές όμοιες. Τον κάθε άνθρωπο θα τον ζυγίσει με την δική του ζυγαριά». Ανάλογα με το πού γεννήθηκε, σε τι περιβάλλον βρέθηκε, τους γονείς δηλαδή, το σχολείο, το κράτος, το θρήσκευμα, την ιδιαιτερότητα του καθενός προσώπου. Ο Θεός δεν κάνει λάθη.

Ο μακαρίτης ο Χρήστος Ανδρούτσος, καθηγητής της Δογματικής, έλεγε ότι η Ορθοδοξία είναι η μόνη ασφαλής οδός σωτηρίας, δεν είναι η μόνη οδός σωτηρίας, αλλά είναι η μόνη ασφαλής οδός.

Και ο π. Ιωήλ Γιαννακόπουλος μας δίνει ένα εποπτικό παράδειγμα, για να κατανοήσουμε καλύτερα τη ρήση αυτή του Ανδρούτσου. Μας λέει: Στον πόλεμο υπήρχε μία ασφαλής οδός πού ένωνε την Καλαμάτα με την Αθήνα: εκείνη με την τεθωρακισμένη φάλαγγα. Υπήρχαν βέβαια και άλλα μονοπάτια, από τα όποια μετέβαιναν οι άνθρωποι απ’ τη μια πόλη στην άλλη. Δεν ήσαν όμως ασφαλή. Έτσι ακριβώς και με την Ορθόδοξη Εκκλησία και τους αλλόδοξους και ετεροθρήσκους.

Να τονίσουμε, όμως, ότι, αν κάποιος έχει βαπτισθεί Ορθόδοξος και γίνει εκ των υστέρων αιρετικός ή, πολύ περισσότερο, αλλόθρησκος, αυτός δεν πρόκειται επ' ουδενί να σωθεί παραμένοντας στη νέα αυτή πίστη, όσα καλά έργα κι αν κάνει. Άλλο πράγμα να είσαι Βουδιστής ή Μουσουλμάνος και να μη γνωρίσεις το Χριστό κι άλλο πράγμα να αρνηθείς το Χριστό, για χάρη του Βούδα ή του Σίβα ή του Αλλάχ.

Αυτά, σχετικά με τη σωτηρία των άλλων. Το κύριο, ωστόσο, είναι να προσέξουμε πώς θα σωθούμε ΕΜΕΙΣ... Το «ούτος δε τι;» το όποιο είπε ο Πέτρος για τον Ευαγγελιστή Ιωάννη (Ιω. κα' 21) —τι θα γίνει, δηλαδή, μ’ αυτόν;— το είπε «δεικνύων το φιλόστοργον», εξωτερικεύοντας την αγάπη του γι' αυτόν. Εμείς, όμως, το παίρνουμε και το χρησιμοποιούμε απλώς πληροφοριακά, γνωσιολογικά: «Τι θα γίνει με τους αλλόδοξους ή τους αλλόθρησκους;», χωρίς να ενδιαφερόμαστε ούτε για την δική μας σωτηρία! Η σωστή τοποθέτηση, λοιπόν, είναι: Με κάθε επιμέλεια να φροντίζουμε να σώσουμε την ψυχή μας και παράλληλα να ενδιαφερόμαστε να σωθούν και οι άλλοι εισερχόμενοι (ελεύθερα) στην Ορθόδοξη Εκκλησία, και όχι απλώς να μάθουμε εγκεφαλικά τι θα γίνει μ' αυτούς.

Δευτέρα 30 Αυγούστου 2010

Τι είναι η Κόλαση; Ο Θεός ως "πυρ" και "φως"

Από ΟΟΔΕ

Κάποιοι στη Δύση, πιστεύουν σε έναν θεό σαδιστή, που βασανίζει τους ανθρώπους αιώνια σε μια κόλαση. Οι Χριστιανοί όμως στην Ανατολή, πάντοτε γνώριζαν τη σημασία τών αναφορών τής Αγίας Γραφής για την κόλαση και για τον Παράδεισο. Ποτέ δεν πίστεψαν σε έναν σαδιστή Θεό. Και πράγματι, οι άγιοι Πατέρες, μας λένε ότι ο Θεός είναι και Παράδεισος και Κόλαση, ανάλογα με τη δικαιοσύνη τού καθενός. Γιατί ο Θεός τους αγαπάει όλους, και όλους θα τους αγκαλιάσει. Όμως δεν θα τον βιώσουν όλοι ως φως. Κάποιοι δεν θα αντέχουν την αγάπη και θα κολάζονται, γιατί έμαθαν μόνο να μισούν.

Όταν μιλάμε για τον Θεό ως φως και φωτιά ταυτόχρονα, συχνά μας ρωτάνε όσοι ανήκουν σε Προτεσταντικές θρησκείες: "Πού το βρήκατε αυτό στην Αγία Γραφή;" Και ενώ βλέπουν ότι πράγματι, ο Θεός δεν είναι δυνατόν να βασανίζει τους ανθρώπους αιώνια, από την άλλη ζητούν Αγιογραφικά εδάφια για να πεισθούν.
Εμείς βέβαια ως Χριστιανοί, δεν θεωρούμε απαραίτητο αυτά που πιστεύουμε να βρίσκονται κατ' ανάγκην στην Αγία Γραφή. Όμως για χάρη τους, θα τους το δείξουμε, και από την ίδια την Αγία Γραφή. Έτσι, όχι μόνο θα μπορούν να εγκαταλείψουν άφοβα τη Δυτική βλάσφημη άποψη ενός σαδιστή θεού, αλλά θα δουν ότι αυτά που λέει η Ορθόδοξη Εκκλησία τού Κυρίου, είναι πάντοτε αλήθεια.
Ας αρχίσουμε από τον Ησαϊα.
Ησαϊας 33/λγ΄ 11-16: «…Οι αμαρτωλοί εν Σιών θέλουσι τρομάξει. Τρόμος θέλει καταλάβει τους υποκριτάς, … Τις μεταξύ ημών θέλει κατοικήσει μετά του κατατρώγοντος πυρός; Τις μεταξύ ημών θέλει κατοικήσει μετά των αιωνίων καύσεων;… Ο περιπατών εν δικαιοσύνη… ούτος θέλει κατοικήσει εν τοις υψηλοίς»
Προσέξτε ποιος θα κατοικήσει στις αιώνιες καύσεις!!! Όχι μόνο οι άδικοι, αλλά και οι δίκαιοι! Βλέπετε ότι είναι ο ίδιος τόπος; Και τον τόπο που οι αμαρτωλοί τον φοβούνται, οι δίκαιοι τον θεωρούν «υψηλή κατοικία», τιμητική.
Και τι είναι το "κατατρώγων πυρ"; Θα μας πει.
Εβραίους 12/ιβ΄ 29: "και γαρ ο Θεός ημών πυρ καταναλίσκον"Ο ίδιος Θεός όμως που είναι "πυρ", για άλλους είναι "φως". Πάλι ο Ησαϊας γράφει γι' αυτό:Ησαϊας 60/ξ΄ 17-20: «Αντί χαλκού θέλω φέρει χρυσίον, και αντί σιδήρου θέλω φέρει αργύριον. Και αντί ξύλου χαλκόν, και αντί λίθων σίδηρον. Και θέλω καταστήσει τους αρχηγούς σου ειρήνην, και τους επιστάτας σου δικαιοσύνην... δεν θέλει είσθαι πλέον εν σοι ο ήλιος φως τής ημέρας, ουδέ η σελήνη δια τής λάμψεως αυτής θέλει σε φωτίζει. Αλλ' ο Κύριος θέλει είσθαι εις σε Φως αιώνιον, και ο Θεός σου η δόξα σου... διότι ο Κύριος θέλει είσθαι το αιώνιόν σου φως". Και η λεξη: "δόξα", σημαίνει λαμπρότης. Όπως φαίνεται στο εδάφιο Α΄ Κορινθίους 15/ιε΄ 41: "Άλλη δόξα ηλίου και άλλη δόξα σελήνης και άλλη δόξα αστέρων. Αστήρ γαρ αστέρος διαφέρει εν δόξη". 

Στο εδάφιο όμως τού Ησαϊα που αναφέραμε, γράφει κάτι για υλικά. Παρατηρούμε ότι ο Θεός λέει ότι θα αντικαταστήσει τα κατώτερα και άσημα υλικά, με άλλα, πολυτιμότερα, λαμπρότερα και πιο πυρίμαχα. Τι εννοεί; Ας το δούμε αυτό πιο καθαρά από τον απόστολο Παύλο.
Α΄ Κορινθίους 3/γ΄ 12-15: "Ει δε τις εποικοδομεί επί τον θεμέλιον τούτον, χρυσόν, άργυρον, λίθους τιμίους, ξύλα, χόρτον, καλάμη, εκάστου το έργον φανερόν γενήσεται η γαρ ημέρα δηλώσει ότι εν πυρί αποκαλύπτεται και εκάστου το έργον όποιον εστίν το πυρ δοκιμάσει. Ει τινος το έργον μένει, ό εποικοδόμησεν, μισθόν λήψεται. Ει τινός το έργον κατακαήσεται, ζημιωθήσεται. Αυτός δε σωθήσεται, ούτως δε, ως δια πυρός".
Είναι σημαντικό ότι παρομοιάζονται εδώ τα έργα τού καθενός με διάφορα υλικά. Τα καλά έργα, παρομοιάζονται με πυρίμαχα και πολύτιμα υλικά, που δεν καίγονται. Αντιθέτως, τα κακά έργα, παρομοιάζονται με καύσιμα υλικά. Τότε λοιπόν, το πυρ τής Χάριτος τού Θεού, θα κάψει τα έργα εκείνα που δεν άξιζαν, και αυτός που τα έπραξε, θα ζημιωθεί, γιατί δεν θα έχει να επιδείξει τίποτα που να αξίζει. Είναι όμως σημαντικό, ότι είτε καλά, είτε κακά έργα, όλοι, καλοί και κακοί, θα περάσουν από το ίδιο αυτό δοκιμαστικό Πυρ.

Στο Ζαχαρίας 13/ιγ΄ 9, αναφέρει ότι με τη φωτιά καθαρίζει το πολύτιμο μέταλλο. Εδώ η φωτιά δεν κατακαίει, αλλά καθαρίζει και φωτίζει. Γιατί το μέταλλο όταν το πυρώνεις, γίνεται κι αυτό φως, και λάμπει όπως η φωτιά. Το ξύλο όμως μαυρίζει και κατακαίεται: "Και θέλω περάσει το τρίτον δια πυρός. Και θέλω καθαρίσει αυτούς, ως καθαρίζεται το αργύριον, και θέλω δοκιμάσει αυτούς, ως δοκιμάζεται το χρυσίον..."
Ομοίως και στο παρακάτω εδάφιο, φανερώνεται ότι δίκαιοι και άδικοι, θα περάσουν μέσα από την ίδια φλόγα, αλλά ενώ οι άπιστοι θα νιώσουν τη φωτιά, οι δίκαιοι από το ίδιο αυτό πυρ τού "προσώπου τού Κυρίου, και από τη λαμπρότητά Του" (γιατί "δόξα" σημαίνει "λάμπρότητα"), θα νιώσουν άνεση:
Β΄ Θεσσαλονικείς 1/α΄ 7-9: "και υμίν τοις θλιβομένοις άνεσιν μεθ’ ημών, εν τη αποκαλύψει του Κυρίου Ιησού απ’ ουρανού, μετ’ αγγέλων δυνάμεως αυτού εν πυρί φλογός, δίδοντος εκδίκησιν τοις μη ειδόσιν Θεόν και τοις μη υπακούουσιν τω ευαγγελίω του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, οίτινες δίκην τίσουσιν όλεθρον αιώνιον, από προσώπου του Κυρίου και από της δόξης τής ισχύος αυτού".

Στην Αποκάλυψη, διαβάζουμε για τον Ποταμό τής Χάριτος τού Θεού που εκπορεύεται από τον θρόνο τού Θεού, και αποτελεί αναψυχή ύδατος ζωής για τους δικαίους:
Αποκάλυψις 22/κβ΄ 1,2: "και έδειξέν μοι ποταμόν καθαρόν ύδατος ζωής, λαμπρόν ως κρύσταλλον εκπορευόμενον εκ τού θρόνου τού Θεού και τού Αρνίου. Εν μέσω της πλατείας αυτής και του ποταμού, εντεύθεν και εντεύθεν, ξύλον ζωής ποιούν καρπούς δώδεκα, κατά μήνα έκαστον αποδιδούς τον καρπόν αυτού, και τα φύλλα τού ξύλου εις θεραπείαν τών εθνών".
Όμως αυτός ο ίδιος ποταμός, από τον Δανιήλ περιγράφεται ως "φωτιά":
Δανιήλ 7/ζ΄ 10: «Ποταμός πυρός εξήρχετο και διεχέετο απ’ έμπροσθεν αυτού...»
Πράγματι, εδώ περιγράφεται η διαφορά αντίληψης τής Χάριτος τού Θεού, από τους δικαίους στην πρώτη περιγραφή, και από τους αδίκους στη δεύτερη.
Γιατί κατά τον Ψαλμωδό, το πυρ τού Κυρίου, καταδιαιρείται από τον Κύριο, σε καυστική και φωτιστική ενέργεια, ανάλογα με τα έργα τού δοκιμαζομένου:
Ψαλμός 28/κη΄ 9: «Φωνή Κυρίου διακόπτοντος φλόγα πυρός» (Κατά το Ο΄).
Ψαλμός 29/κθ΄ 7: «Η φωνή του Κυρίου καταδιαιρεί τας φλόγας του πυρός» (Κατά το Μασσοριτικό).
Στο χέρι μας λοιπόν είναι, το αν θα βιώσουμε την ημέρα εκείνη την Χάρη τού Θεού ως "πυρ" ή ως "φως". Η επιλογή είναι δική μας.

Κείμενο: Ν. Μ.

Κυριακή 29 Αυγούστου 2010

Ένας άθεος στο ίδιο τραπέζι με το Χριστό



Από εδώ.


Ο Τιμόθεος Ουίλσον είχε την παρακάτω συνέντευξη με τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη του Σουρόζ π. Αντώνιο Μπλουμ (Anthony Bloom).
 
Τ.Ο.: Πότε γίνατε Χριστιανός; Υπήρξε στη ζωή σας καμιά συγκεκριμένη στιγμή μεταστροφής;

Α.Μπλούμ: Αυτό έγινε σε διάφορα στάδια. Μέχρι τα μέσα της εφηβικής μου ηλικίας ήμουνα ένας άπιστος και επιθετικά αντιεκκλησιαστικός. Δεν γνώριζα το Θεό, δεν νοιαζόμουνα γι’ Αυτόν και μισούσα καθετί σχετικό με την ιδέα του Θεού. 

Τ.Ο.: Και όλα αυτά, παρά τα «πιστεύω» του πατέρα σας;

Α.Μπλούμ: Ναι, γιατί μέχρι τα δεκαπέντε μου χρόνια η ζωή μας ήταν πολύ δύσκολη. Δεν ζούσαμε όλοι κάτω από την ίδια στέγη. Εγώ ήμουνα εσωτερικός σε ένα σχολείο που ήταν πολύ αυστηρό, βίαιο θα έλεγα. Όλα τα μέλη της οικογένειας μου ζούσαν σε διαφορετικά σημεία του Παρισιού. Μόνο όταν έγινα περίπου δεκατεσσάρων χρόνων συγκεντρωθήκαμε όλοι κάτω από την ίδια στέγη και αυτό ήταν μια πραγματική ευτυχία, μια ευλογία. Ήταν κάπως ασυνήθιστο να σκεφτεί κανείς ότι, σε κάποιο σπίτι μιας συνοικίας του Παρισιού, μπορούσε να βρει μια τέλεια ευτυχία, και όμως αυτό συνέβαινε. Τότε για πρώτη φορά, μετά την επανάσταση, αποκτούσαμε σπίτι.
Πρέπει όμως να πω πως, πριν από όλα αυτά, συνέβηκε κάτι που με είχε προβληματίσει πάρα πολύ. Ήμουνα περίπου έντεκα χρόνων, όταν με έστειλαν σε μια κατασκήνωση αγοριών. Εκεί συνάντησα έναν ιερέα που θα ήταν περίπου τριάντα χρόνων. Κάτι απ’ αυτόν τον άνθρωπο μου τράβηξε την προσοχή. Είχε αγάπη που την σκορπούσε στον καθένα από μας. Αυτή δε η αγάπη του δεν είχε σχέση με το αν είμαστε καλοί, και δεν άλλαζε όταν είμαστε κακοί. Μπορούσε να μάς αγαπάει χωρίς προϋποθέσεις. Ποτέ πριν στη ζωή μου δεν είχα συναντήσει κάτι τέτοιο. Είχα φίλους που μ’ αγαπούσαν στο σπίτι, αλλά αυτό το έβρισκα φυσικό. Τέτοιο είδος αγάπης δεν είχα συναντήσει ποτέ. Την εποχή εκείνη δεν προσπάθησα να δώσω καμιά εξήγηση σ’ αυτό. Απλά βρήκα σ’ αυτόν τον άνθρωπο κάτι που με προβλημάτιζε και ταυτόχρονα μου άρεσε πολύ. Μόνο μετά από χρόνια, όταν πια ήρθα σε επαφή με το Ευαγγέλιο, σκέφτηκα πως αυτός ο άνθρωπος, αγαπούσε με μια αγάπη που ήταν πέρα από τον ίδιο. Δηλαδή μοιραζόταν μαζί μας τη θεία αγάπη. Ή, αν προτιμάτε, η αγάπη ήταν τόσο βαθιά και πλατιά, με τέτοια ανοίγματα ώστε, μπορούσε να αγκαλιάσει όλους μας, είτε μέσα από τον πόνο είτε μέσα από τη χαρά, αλλά πάντα μέσα στην ίδια και μοναδική αγάπη. Αυτή η εμπειρία, νομίζω, ήταν η πρώτη βαθιά πνευματική εμπειρία που είχα.

Τ.Ο.: Τι έγινε μετά από αυτό;

Α.Μπλουμ: Τίποτε. Γύρισα στο σχολείο όπου ήμουνα εσωτερικός και όλα συνεχίστηκαν όπως πριν, μέχρι την στιγμή που βρεθήκαμε όλοι κάτω από την ίδια στέγη. Ζώντας με την οικογένειά μου, όπως είπα, γεύτηκα την πλήρη ευτυχία, αλλά τότε συνέβηκε κάτι το τελείως απροσδόκητο. Ξαφνικά ανακάλυψα ότι η ευτυχία, αν δεν έχει κάποιο σκοπό, γίνεται ανυπόφορη. Δεν μπορούσα, λοιπόν, να δεχτώ μια άσκοπη ευτυχία. Για να ξεπεράσεις τις δυσκολίες και να υποφέρεις τα βάσανα αποβλέπεις σε κάτι που είναι πέρα από αυτά. Εγώ όμως δεν έβρισκα κάποιο νόημα, ούτε πίστευα σε κάτι, γι’ αυτό η ευτυχία μου φαινόταν ανούσια. Έτσι αποφάσισα πως έπρεπε να δώσω στον εαυτό μου μια προθεσμία- ένα χρόνο τουλάχιστο – να ανακαλύψει αν η ζωή είχε ή όχι κάποιο νόημα. 
Αν στο διάστημα αυτού του χρόνου δεν θα έβρισκα κανένα νόημα ζωής, είχα αποφασίσει να μη συνεχίσω να ζω, να αυτοκτονήσω. 


Ο Μητροπολίτης Anthony Bloom, 1914-2003 (από εδώ)

Τ.Ο.: Και πώς βγήκατε από αυτήν την κατάσταση της άσκοπης ευτυχίας;

Α.Μπλουμ: Άρχισα να ψάχνω για κάποιο άλλο νόημα ζωής πέρα από κείνο που μπορούσα να βρω μέσα στις σκοπιμότητες. Το να σπουδάζει κανείς να γίνει χρήσιμος στη ζωή ήταν κάτι που δεν με συγκινούσε καθόλου. Όλη η ζωή μου μέχρι τώρα είχε συγκεντρωθεί σε άμεσους σκοπούς και ξαφνικά όλα αυτά βρέθηκαν άδεια, χωρίς κανένα νόημα. Ένιωσα μέσα μου κάτι το δραματικό και καθετί γύρω μου μού φαινόταν μικρό και ανόητο.
Πέρασαν μήνες και τίποτε στον ορίζοντα, νόημα δεν φάνηκε πουθενά! Μια μέρα της Μεγάλης Σαρακοστής- ήμουνα τότε μέλος της Ρωσικής οργάνωσης νέων στο Παρίσι- ένας από τους υπεύθυνους οργάνωσης με πλησίασε και μου είπε: «Καλέσαμε κάποιον ιερέα να σάς μιλήσει. Έλα και συ στη συγκέντρωση». Εγώ απάντησα με έντονη αποδοκιμασία ότι δεν θα πήγαινα να τον ακούσω. Δεν είχα ανάγκη την Εκκλησία. Δεν πίστευα στο Θεό. Δεν ήθελα να χάσω τον καιρό μου με κάτι τέτοια. Ο υπεύθυνος χειρίστηκε αρκετά έξυπνα το θέμα. Μου εξήγησε ότι όλα τα μέλη της ομάδας μας είχαν αντιδράσει ακριβώς με τον ίδιο τρόπο και θα ήταν πολύ άσχημο αν, ούτε ένας, δεν παρακολουθούσε την όμιλία του.
«Μην προσέχεις», είπε ο υπεύθυνος, «δεν με ενδιαφέρει αυτό, μόνο έλα, κάθισε εκεί, για μια τυπική παρουσία». Ε! μέχρι σ’ αυτό το σημείο, ήμουνα πρόθυμος να φανώ νομοταγής στη νεανική μας οργάνωση. Έτσι πήγα στην ομιλία και έμεινα μέχρι το τέλος. Δεν είχα σκοπό να προσέξω. Τα αυτιά μου όμως έπιαναν μερικές φράσεις που με αγανακτούσαν περισσότερο. 
Ο Χριστός και ο Χριστιανισμός παρουσιάστηκαν μπροστά μου τόσο διαφορετικά απ’ ότι εγώ πίστευα, που ήθελα βαθύτατα να τα αποκρούσω. Όταν τελείωσε η ομιλία έτρεξα στο σπίτι με έντονη την επιθυμία να ελέγξω αν ήταν αλήθεια όλα αυτά που είπε ο ομιλητής. Ρώτησα τη μητέρα μου αν είχε ένα Ευαγγέλιο να μου δώσει. Ήθελα πολύ να διαπιστώσω αν το Ευαγγέλιο θα συμφωνούσε με την τερατώδη εντύπωση που μου δημιούργησε η ομιλία. Δεν περίμενα τίποτα καλό από την ανάγνωση αυτή και έτσι μέτρησα τα κεφάλαια των τεσσάρων Ευαγγελίων, ώστε να είμαι σίγουρος ότι διαβάζω το συντομότερο. Δεν ήθελα να χάσω άδικα το χρόνο μου. Άρχισα, λοιπόν, να διαβάζω το Ευαγγέλιο του Μάρκου.
Ενώ διάβαζα τα πρώτα κεφάλαια του κατά Μάρκον Ευαγγελίου και πριν φτάσω στο τρίτο κεφάλαιο, ξαφνικά, συνειδητοποίησα ότι, στην άλλη άκρη του γραφείου μου, υπήρχε κάποιος. Η βεβαιότητα ότι αυτός ο «Κάποιος» ήταν ο Χριστός που στεκόταν εκεί παράμερα, ήταν τόσο έντονη ώστε ποτέ έως τώρα δεν με έχει εγκαταλείψει.
Το γεγονός αυτό υπήρξε πραγματικά η αποφασιστική μου καμπή. Αφού ο Χριστός ήταν ζωντανός και εγώ είχα ζήσει την Παρουσία του, μπορούσα να πω με βεβαιότητα ότι αυτό που το Ευαγγέλιο έλεγε για τη Σταύρωση του Προφήτη της Γαλιλαίας, ήταν αλήθεια και ότι ο εκατόνταρχος είχε δίκαιο όταν είπε: «Αληθώς Υιός Θεού εστί». Μέσα, λοιπόν, στο φως της Ανάστασης μπορούσα να διαβάσω με βεβαιότητα την ιστορία του Ευαγγελίου, ξέροντας πολύ καλά ότι καθετί έκρυβε μέσα του αλήθεια. Και αυτό, γιατί το απίστευτο γεγονός της Ανάστασης ήταν για μένα πιο βέβαιο από κάθε άλλο γεγονός της ιστορίας. Την ιστορία πρέπει να την πιστέψω, την Ανάσταση την έμαθα από προσωπικό γεγονός.
Καθώς βλέπετε, δεν ανακάλυψα το Ευαγγέλιο αρχίζοντας από την αρχή με το αρχικό μήνυμα του Ευαγγελισμού και δεν ξετυλίχθηκε μπροστά μου σαν μια ιστορία την οποία κανείς μπορεί να πιστέψει ή όχι. Η αλήθεια του Ευαγγελίου, για μένα, άρχισε με ένα γεγονός που παραμέρισε όλα τα προβλήματα απιστίας, ακριβώς γιατί ήταν μια άμεση και προσωπική εμπειρία.

Τ.Ο.: Αυτή η τόσο έντονη εμπειρία που είχατε, παρέμεινε σε όλη σας τη ζωή; Δεν υπήρξε κάποια εποχή που να αμφιβάλλετε για την πίστη σας;

Α.Μπλουμ: Βεβαιώθηκα απόλυτα ότι ο Χριστός είναι ζωντανός και ότι μερικά πράγματα υπάρχουν αναμφίβολα. Φυσικά δεν πήρα σε όλα απαντήσεις, αλλά έχοντας ζήσει αυτή τη μεγάλη εμπειρία, ήμουν πια βέβαιος ότι μπροστά μου υπήρχαν απαντήσεις, οραματισμοί, δυνατότητες. Αυτό ακριβώς σημαίνει για μένα πίστη. Από τη μια, δηλαδή, να μην αμφιβάλλει κανείς έτσι που να έχει μέσα του σύγχυση και περιπλοκές, από την άλλη όμως να διερωτάται με σκοπό να ανακαλύψει το πραγματικό νόημα της ζωής. Να έχεις, δηλαδή, αυτό το είδος της αμφιβολίας που σε κάνει να θέλεις να ρωτάς, να ανακαλύπτεις όλο και περισσότερο, να θέλεις διαρκώς να ερευνάς. 


Μητροπολίτης Αντώνιος Μπλούμ
Ο Μητροπολίτης του Σουρόζ, Αντώνιος Μπλούμ, γεννήθηκε στη Λωζάνη της Ελβετίας στις 19 Ιουνίου 1914. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στη Ρωσία και στην Περσία. Ο πατέρας του ήταν μέλος του Αυτοκρατορικού Διπλωματικού Σώματος της Ρωσίας. Η μητέρα του ήταν αδελφή του σκηνοθέτη Αλεξάνδρου Σκριάμπιν.
Η οικογένεια του υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την Περσία στη διάρκεια της επανάστασης και ήρθε στο Παρίσι όπου ο Μητροπολίτης Αντώνιος σπούδασε. Πήρε το πτυχίο της Φυσικής, της Χημείας και της Βιολογίας. Κατόπιν έγινε διδάκτωρ της Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού.
Στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου υπηρέτησε σαν αξιωματικός στο Γαλλικό στρατό μέχρι την πτώση της Γαλλίας. Στη συνέχεια εργάστηκε σαν χειρουργός σε ένα Νοσοκομείο του Παρισιού και πήρε μέρος στην Αντίσταση.
Το 1943 εκάρει μοναχός, ενώ ταυτόχρονα εξασκούσε και το έργο του γιατρού στο Παρίσι. Το 1948 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και το 1949 πήγε στην Αγγλία σαν Ορθόδοξος Εφημέριος του Συνδέσμου: «Άγιος Αλβανός και Άγιος Σέργιος». Το 1950 διορίστηκε εφημέριος στην Ορθόδοξη ενορία του Ρωσικού Πατριαρχείου στο Λονδίνο. Το 1958 χειροτονήθηκε Επίσκοπος και το 1962 Αρχιεπίσκοπος αναλαμβάνοντας την ποιμαντική ευθύνη της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στη Μεγάλη Βρετανία και στην Ιρλανδία. Το 1963 ορίσθηκε Έξαρχος του Πατριαρχείου Μόσχας στη Δυτική Ευρώπη, και το 1966 πήρε το βαθμό του Μητροπολίτου.
Ο Μητροπολίτης Αντώνιος πήρε ενεργό μέρος τόσο στις διεκκλησιαστικές όσο και στις Οικουμενικές δραστηριότητες. Ήταν μέλος της αντιπροσωπείας της Ρωσικής Εκκλησίας στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών στο Νέο Δελχί το 1961 και στη Γενεύη το 1966.
Για την ιστοσελίδα της Μητρόπολης Σουρόζ, ο δρόμος περνάει από εδώ.

Από το βιβλίο: «Μάθε να προσεύχεσαι»
Αρχιεπισκόπου Anthony Bloom
Εκδ. Η Έλαφος

Σάββατο 28 Αυγούστου 2010

Κοιμήθηκε ο άγιος Αυγουστίνος Καντιώτης


Ο μητροπολίτης της Φλώρινας Αυγουστίνος Καντιώτης ήταν ακατάλληλος για τον πλανήτη Γη, όπως είναι ακατάλληλοι όλοι οι ανυποχώρητοι και ασυμβίβαστοι αγωνιστές, που βοηθούν αλλά ΚΑΙ ΤΡΟΜΑΖΟΥΝ εμάς τους ηθικά μέτριους ή (ακριβέστερα) νάνους. Ήταν κυριολεκτικά "Νεκρός για τον κόσμο", δηλαδή ελεύθερος από τον κόσμο, δεν τον ένοιαζε η γνώμη του κόσμου προκειμένου να τηρήσει την εντολή του Χριστού "Αγαπήσεις τον Θεόν και τον πλησίον"
Γι' αυτό σε πολλούς φαινόταν οπισθοδρομικός, ακόμη και τρελός, ένας "παπάς" τυλιγμένος στα μαύρα του ράσα, που γκαρίζει για το Χριστό και για την ηθική. Κι όμως, αυτός ο άνθρωπος είχε σώσει χιλιάδες ανθρώπους από την πείνα, είχε αποφασιστεί η θανάτωσή του από τους Ναζί στην Κατοχή, είχε κατηγορηθεί κατά τον Εμφύλιο ότι είναι "κόκκινος παπάς" (κομμουνιστής), είχε επαναστατήσει ενάντια στο πολιτικό -ακόμη και το εκκλησιαστικό- κατεστημένο της εποχής της νιότης του, είχε εξοριστεί στη Φλώρινα ως επίσκοπος από τη Χούντα γιατί θεωρούνταν ανεπιθύμητος (δηλ. επικίνδυνος) στην Αθήνα, είχε αγωνιστεί θυσιάζοντας τα χρόνια του για το Θεάνθρωπο, ΔΗΛΑΔΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ.
Και τώρα που έφυγε για τον ουρανό (είναι στο δρόμο ακόμα, ας είναι καλοτάξιδος & συνοδευόμενος από αγγέλους), πολλοί θα γράψουν το μακρύ τους και το κοντό τους για να του πετάξουν λάσπη, επειδή μισούν αυτό που εκείνος εκφράζει: τον αγωνιστή ορθόδοξο χριστιανό, και μάλιστα τον αγωνιστή, ασκητή, φτωχό για χάρη των φτωχών, ορθόδοξο επίσκοπο.

Ο Γέροντας Αυγουστίνος δε φορούσε μίτρα (το "στέμμα" του δεσπότη, που δεν είναι πάντα πραγματικά χρυσό, αλλά σκανδαλίζει υπερευαίσθητα μάτια). Στο Ίντερνετ η μόνη φωτο με μίτρα που βρήκα είναι από την ημέρα της χειροτονίας του. Η παρούσα φωτο από εδώ, όπου και κείμενα δικά του ή σχετικά μ' αυτόν.

Έχω τη γνώμη ότι, βλέποντάς τον, είδαμε πώς μάλλον θα ήταν κάποιοι από τους παλαιούς Πατέρες της Εκκλησίας: ασκητές, αρνητές κάθε άνεσης για τον εαυτό τους, ηθικά αδαμάντινοι, ανυποχώρητοι αγωνιστές, επιθετικοί ενάντια στις αιρέσεις (για να ΣΩΣΟΥΝ τους αιρετικούς, όχι για να τους ρίξουν σε καμιά πυρά), επιθετικοί ενάντια στην κοινωνική & πολιτική αδικία (για να ΣΩΣΟΥΝ τους πλούσιους και τους άδικους -όπως ΚΑΙ τους φτωχούς- κι όχι για να τους λυντσάρουν) και ακούραστοι κήρυκες με ομιλίες, βιβλία και έργα. Χτυπούσαν την καμπάνα σε σημείο να γίνονται ΕΝΟΧΛΗΤΙΚΟΙ, για να ξυπνήσουν τον κόσμο, να μη ζει μια μέτρια ζωή, αλλά μια αγία ζωή, να μην αρκείται σε μια ρηχή πίστη, αλλά να προοδεύσει σε μια γιγαντιαία πίστη γεμάτη φωτιά -φωτιά αγάπης προς το Χριστό (το Θεό) και τον πλησίον.
Εκείνοι οι Πατέρες της Εκκλησίας και τότε ακόμη θα φαίνονταν αλλοπρόσαλλοι. Σίγουρα ήταν ανυπόφοροι για τη διεφθαρμένη κοινωνία, γι' αυτό καταδιώκονταν (όπως ο άγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος, γύρω στο 500 μ.Χ., που συνεργάστηκαν ο διεφθαρμένος πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος και η αυτοκρατορική αυλή για να τον καθαιρέσουν και να τον εξορίσουν), και τώρα ένας άνθρωπος όπως ο Αυγουστίνος (που κι αυτός κυνηγήθηκε στα νιάτα του, γιατί μίλαγε όταν η κοινωνία ήταν "στο γύψο") ήταν ανυπόφορος και τραβούσε πάνω του την περιφρόνηση κάποιων "καθώς πρέπει" "ηθικών", αλλά κατά βάθος εγωιστών, κυρίων που υψώνουν τον εαυτό τους σε ουράνιες διανοητικές σφαίρες, πάνω από το λαουτζίκο, δηλαδή πάνω από την Εκκλησία.
Ο Αυγουστίνος πάντα βουτούσε μέσα στο λαό, γι' αυτό φαινόταν χοντροκομμένος, μονοκόμματος, "δε μας έκανε". Ευτυχώς τον κρύβαμε κάτω από το χαλί και δεν πολυφαινόταν, να μη μας κατηγορούν και οι άθεοι όλων των αποχρώσεων ότι συντηρούμε τέτοιους δεινόσαυρους και συνεπώς "δεν είμαστε εκσυγχρονισμένοι" ως Εκκλησία...
Αν και δε μπορώ να εκφέρω άποψη, νομίζω ταπεινά ότι είναι άγιος. Άγιος, παρά τα λάθη που ΣΙΓΟΥΡΑ έκανε (ουδείς αλάθητος), ακόμη κι αν είναι πολλά, δεν τα ξέρω. Άγιος, γιατί συνόδευσε την πίστη του με αγώνα μέχρι εσχάτων για το λαό, στο όνομα του Χριστού, που είναι ο μόνος αληθινός Αρχηγός του λαού. Δεν περιμένω να φανερωθεί η αγιότητά του με θαύματα - η ίδια η παρουσία του στην εποχή μας νομίζω πως ήταν ένα θαύμα.
Φυσικά, στην πραγματικότητα δεν ξέρω ποιος είναι άγιος και ποιος όχι, μόνο ο Θεός ξέρει. Απλά είμαι τρελός και γράφω τρέλες, συχωρέστε με, συνετοί αδελφοί μου. Μη με ξεσυνερίζεστε, είμαι παράφρων ο καημένος. Δόξα τω Θεώ. Προσευχηθείτε να γίνω καλά, αν θέλετε, και θα σας ευγνωμονώ. Ο π. Αυγουστίνος είναι απλά ένα παράδειγμα - ένας αληθινός χριστιανός, αυτό είναι όλο, αλλά είναι αρκετό.
Για την ιστορία, κοιμήθηκε σε ηλικία 104 ετών, ενώ είχε παραιτηθεί από τη θέση του μητροπολίτη το 2000.
Αιωνία σου η μνήμη, πάτερ Αυγουστίνε. Όταν φτάσεις με το καλό, πρέσβευε και για μας. Ο Θεός να σε τοποθετήσει εκεί όπου πόθησες. Αμήν.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ του π. Αυγουστίνου βλ. εδώ.
Βίντεο για την ανθρωπιστική του δράση σε καιρούς μεγάλης φτώχιας βλ. εδώ (και στη δεξιά στήλη άλλα βίντεο γι' αυτόν).

ΚΑΙ ΣΤΑ ΔΙΚΑ ΜΑΣ.

Ηθικισμός στην Ορθοδοξία; Όχι ευχαριστώ!

 
Η «αλλεργία στο χριστιανισμό»

Έτσι γεννήθηκε ο νεώτερος αθεϊσμός όλων των αποχρώσεων [από τη βεβαιότητα ότι δεν υπάρχει Θεός (που συχνά εκφράστηκε επιθετικά, όπως στα κομμουνιστικά καθεστώτα) μέχρι την απλή αδιαφορία για σχέση με το Θεό, άσχετα αν υπάρχει ή όχι]. Γεννήθηκε από τη λανθασμένη ταύτιση του χριστιανισμού με τις νοσηρές δυτικές παραχαράξεις του (καθολικισμό και προτεσταντισμό), που ήταν φανερά αντίθετες στη διδασκαλία του Ιησού, όπως διατυπώνεται στην Καινή Διαθήκη, και συχνά έγιναν αφορμή να φερθούν με σκληρότητα στους ανθρώπους κάποιοι δήθεν «καθαροί», που τιτλοφορήθηκαν «αντιπρόσωποι του Θεού».
Ωστόσο, η «αλλεργία» που πιάνει το σύγχρονο άνθρωπο (και μάλιστα το νέο) όταν ακούει για χριστιανισμό και παπάδες, οφείλεται στην άγνοια στοιχείων του αρχαίου (των πρώτων χιλίων ετών) και του ορθόδοξου χριστιανισμού, όπως:
Ότι σκοπός του χριστιανικού ηθικού αγώνα δεν είναι η αποφυγή αμαρτωλών πράξεων (αφήνοντας την ψυχή να βράζει από καταπιεσμένες επιθυμίες, που γεννούν παθολογικές καταστάσεις και κάποτε εκρήγνυνται), αλλά η «νέκρωση των παθών», δηλαδή των εξαρτήσεων που, ριζωμένες στα βάθη της ψυχοσωματικής μας ύπαρξης (όχι μόνο στο σώμα ή μόνο στην ψυχή), εμποδίζουν τον άνθρωπο να ανοιχτεί με αγάπη προς το Θεό, το συνάνθρωπο και τα άλλα πλάσματα της δημιουργίας· στην πραγματικότητα, η «νέκρωση» αυτή δεν είναι ακρωτηριασμός της ανθρώπινης προσωπικότητας, αλλά μεταμόρφωση των ψυχοσωματικών δυνάμεων από εμπαθείς σε απαθείς, δηλαδή σε δυνάμεις που προωθούν την αγάπη προς τον άλλο (Θεό, συνάνθρωπο, άλλα όντα) αντί να συστρέφουν τον άνθρωπο προς τον εαυτό του.
Κατά τον άγιο Ιωάννη το Σιναΐτη (6ος αι. μ.Χ.), συγγραφέα της Κλίμακος και κατ’ εμέ πατέρα της επιστήμης της ψυχολογίας, τα πάθη δεν είναι «φυσικά στην ψυχή», αλλά εμείς μεταβάλαμε σε πάθη «τα φυσικά χαρακτηριστικά της». Αυτά δεν είναι κακά από μόνα τους, αφού «ο Θεός δε δημιούργησε τίποτα κακό», αλλά γίνονται κακά όταν χρησιμοποιούνται λάθος. Έτσι η «σπορά» (η εκσπερμάτωση και, κατ’ επέκτασιν, η σεξουαλική πράξη) διαστράφηκε σε πορνεία, ο θυμός, που προορίζεται κατά του όφεως (διαβόλου), στράφηκε κατά του πλησίον, ο ζήλος, αντί για τις αρετές, απευθύνεται στο κακό, η επιθυμία της δόξας, αντί για την ουράνια δόξα («δοξασμός» = μετοχή στο θείο Φως, γιατί «δόξα του Θεού» στη Βίβλο = το θείο Φως, εκ του εβραϊκού νεφές Γιαχβέ), στράφηκε προς την ανθρώπινη δόξα κ.ο.κ. (Κλίμαξ, Λόγος ΚΣΤ΄, Περί διακρίσεως – Β΄, 41). Βλ. Ιωάννου του Σιναΐτου, Κλίμαξ, έκδ. Ιεράς Μονής Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 1994, σελ. 318. Βλ. επίσης π. Νικ. Λουδοβίκου, «Να μην χάσουμε τα πάθη. Να τα μεταβάλουμε», Αντί, 13.1.2007.
Αγνοεί επίσης όποιος πάσχει από την παραπάνω αλλεργία ότι το αποτέλεσμα αυτού του αγώνα δεν είναι κάποια «μετά θάνατον» ανταμοιβή, έναντι της ασκητικής στέρησης κάθε απόλαυσης στην παρούσα ζωή (πράγμα εξαιρετικά ύποπτο, αφού έτσι «η Εκκλησία σου πουλάει κάτι, που δε μπορείς να το ελέγξεις παρά μόνο μετά το θάνατό σου»), αλλά η εδώ και τώρα μεταβολή του ανθρώπου σε θείο ον, που μπορεί να συμβεί στον καθένα –με προσπάθεια φυσικά–και να επαληθευτεί άμεσα με έρευνα στους γνωστούς ζώντες αγίους κάθε γενιάς.
Ότι χαρακτηριστικό αυτού του αγώνα δεν είναι η πειθήνια αποδοχή κάποιων αυθαίρετων κατασκευασμένων «δογμάτων», άνωθεν επιβαλλόμενων με τη βία ή την προπαγάνδα, όπως συνέβη στη μεσαιωνική δύση, αλλά η άμεση γνώση του Θεού, συσσωρευμένη μέσα στους αιώνες και ελεγμένη τόσο προσεχτικά, όσο η γνώση σε κάθε άλλο τομέα, όσο κάθε επιστήμη ελέγχει τη γνώση που αποκτάται με τις μεθόδους της· «πίστη», στην ορολογία της Βίβλου και των αγίων χριστιανών διδασκάλων, δε σημαίνει αποδοχή της ιδέας ότι υπάρχει Θεός (σημασία που έλαβε ο όρος στην εποχή μας), αλλά εμπιστοσύνη στο Θεό (για τον οποίο γνωρίζουμε με βεβαιότητα και δεν πιστεύουμε μόνον ότι υπάρχει) ότι η επαγγελία για τη μέλλουσα βασιλεία Του είναι αληθής.
Ότι οι εντολές του Θεού δεν είναι «νόμος», που η παράβασή του επιφέρει την (ανελέητη μάλιστα και αιώνια) τιμωρία του παντοδύναμου νομοθέτη προς τον αδύναμο παραβάτη, αλλά «αποκάλυψη στον κόσμο του τρόπου ζωής του Θεού» (της αγάπης) και οδηγίες προς τον άνθρωπο για μίμηση αυτού του τρόπου [βλ. π. Σωφρονίου(Σαχάρωφ), Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί, Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 1996, σελ. 112. Ο τίτλος του έργου («θα δούμε το Θεό όπως είναι») προέρχεται από την Α΄ επιστολή Ιωάννου, 3, 2]. Η μίμηση αυτή θα θεραπεύσει τον άνθρωπο από τη μεγάλη ασθένεια, το θάνατο, φέρνοντάς τον σε ενότητα με το Θεό (παράδεισος), αντί του χωρισμού από αυτόν, που προκαλεί την απερίγραπτη οδύνη, την οποία ονομάζουμε κόλαση. «Πρέπει να ξέρουμε ότι ο Θεός δεν κολάζει κανένα, αλλά ο καθένας κάνει τον εαυτό του επιδεκτικό της μετοχής στο Θεό. Η μετοχή στο Θεό είναι απόλαυση και η αμεθεξία στο Θεό κόλαση» (άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, PG 94, 1573C).
[Αναλυτική παρουσίαση του θέματος, με πλήθος βιβλικών και πατερικών παραπομπών, βλ. στον τόμο Θάνατος, Ανάσταση και Αιώνια ζωή, εκδ. Ετοιμασία, ιερά μονή Τιμίου Προδρόμου, Καρέας 2005. Βλ. ακόμη π. Γ. Δ. Μεταλληνού, τ. κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής του πανεπιστημίου Αθηνών, «Παράδεισος και Κόλαση στην ορθόδοξη παράδοση», Ν. Μ., «Ο Θεός ως πυρ και φως», Αλέξανδρου Καλόμοιρου (1931-1990) Ο Πύρινος Ποταμός, μτφρ. Π. Μπότση, Ζέφυρος, Θεσσαλονίκη 1995].
Μιλώντας για «Εκκλησία» η νεώτερη και σύγχρονη διανόηση, δυτική και εκδυτικισμένη (βέβαιη για την ανωτερότητά της έναντι των προηγούμενων και των μη δυτικών χώρων του ανθρώπινου πνεύματος), φαντάζεται σταυροφόρους, ιεροεξεταστές, ιησουΐτες, άτεγκτους εξομολόγους που κραδαίνουν απειλητικά το γράμμα του νόμου, ακόμη και δουλεμπόρους, αποικιοκράτες και κονκισταδόρες, δηλαδή τις απάνθρωπες διαστρεβλώσεις του χριστιανισμού, που όχι μόνο συνιστούν αιρέσεις, αλλά και συχνά έπεσαν θύματά τους οι ίδιοι οι ορθόδοξοι χριστιανοί, δηλαδή οι πνευματικοί πατέρες τουλάχιστον εκείνων των σύγχρονων διανοητών που προέρχονται από τις χώρες της ευρωπαϊκής ανατολής. Κάνει λάθος, γιατί η ορθόδοξη παράδοση μπορεί να είναι ένας απλός παπάς, μια αγράμματη γιαγιά, ένας έφηβος που γίνεται άγιος, επειδή αγαπάει το Θεό και το συνάνθρωπό του. Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι «θεσμός», αλλά ζωντανός οργανισμός, ανθρώπινη κοινωνία – με πολλούς αμαρτωλούς, αλλά δεν έχουμε κανέναν για πέταμα.


Η ορθόδοξη αγία Όλγα η Μαία, ιθαγενής της Αλάσκας, 1916-1979 (από εδώ)
Κανένας για πέταμα
Ακόμη κι αν δε λάβουμε υπόψιν μαρτυρίες όπως του Ευσέβιου Καισαρείας για την αυτοθυσία, με την οποία περιέθαλπαν οι χριστιανοί τους ειδωλολάτρες ασθενείς, που είχαν πετάξει στο δρόμο οι δικοί τους στο φονικό λοιμό του 251 μ.Χ., και έθαβαν τους έκθετους νεκρούς διακινδυνεύοντας τη ζωή τους (και συχνά κολλούσαν οι ίδιοι το λοιμό και πέθαιναν ενώ είχαν σώσει άλλους), και το παράπονο του Ιουλιανού του παραβάτη πως το μαγικοθρησκευτικό του όραμά αποτύγχανε, επειδή οι χριστιανοί φρόντιζαν και τους εθνικούς, άρα γίνονταν ηθικά ακαταμάχητοι [1], πάλι γίνεται φανερό το αυθεντικό χριστιανικό ήθος.
Γίνεται φανερό από περιπτώσεις, όπως του αγίου Βονιφάτιου, που ήρθε αντιμέτωπος με την αρχαία γερμανική θρησκεία, μια θρησκεία ανθρωποθυσιών, και θυσιάστηκε οικειοθελώς το καλοκαίρι του 754, αρνούμενος να αμυνθεί μαζί με τους συντρόφους του, όταν δέχτηκε επίθεση των εξαγριωμένων πολεμιστών μιας ειδωλολατρικής φυλής στα δάση πέραν του Ρήνου. Ακολούθησε έτσι το παράδειγμα των αρχαίων χριστιανών μαρτύρων και έδωσε το ειρηνόφιλο μήνυμα του χριστιανισμού, που δε φοβάται το θάνατο. Αλλά και των αγίων Αναργύρων (γιατρών που δεν έπαιρναν αργύρια, ως γνωστόν [2]), του αγίου Παυλίνου, επισκόπου Καμπανίας (5ος αι. μ.Χ.), που, αφού δαπάνησε τα χρήματα της Εκκλησίας και τα δικά του εξαγοράζοντας αιχμαλώτους των Βανδάλων, αντάλλαξε και τον εαυτό του με έναν ακόμη απ’ αυτούς, των αγίων Ρώσων πριγκίπων Μπόρις και Γκλεμπ, που παραδόθηκαν οικειοθελώς στον αδερφό τους Σβιατοπόλκο και θανατώθηκαν το 1015 μ.Χ., για να μη βάλουν τους στρατιώτες τους να πολεμήσουν για χάρη τους, του αγίου Διονυσίου, στη μονή Αναφωνήτριας, στη Ζάκυνθο, γύρω στο 1600, που συγχώρησε το φονιά του αδερφού του σώζοντάς τον από τα χέρια της αστυνομίας, αλλά και των μεγάλων αγίων της φιλανθρωπίας, όπως οι άγιοι Ταβιθά της Ιόππης, Βασίλειος ο Μέγας, Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Ιωάννης ο Ελεήμων, Γενεβιέβη των Παρισίων, Μελάνη η Ρωμαία κ.ά., και στα νεώτερα χρόνια Φιλοθέη η Αθηναία, Κοσμάς ο Αιτωλός (εξαγόρασε εκατοντάδες κοπέλες ελευθερώνοντάς τις από μουσουλμανικά χαρέμια), Ιωάννης της Κρονστάνδης, Ελισάβετ Θεοδώροβνα, Μαρία Σκόμπτσοβα (μετά από πολυσχιδή ανθρωπιστική δράση, ιδίως στη Γαλλία, πέθανε στο ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης Ράβενσμπουργκ, παίρνοντας μάλλον τη θέση κάποιας άλλης για να τη σώσει), Γαβριηλία Παπαγιάννη (μια αγιασμένη νοσοκόμα που ακροβολίστηκε στην Ινδία θέλοντας να υπηρετήσει εκείνους που θεωρούσε πιο βασανισμένους ανθρώπους του πλανήτη) και πολλοί άλλοι, λιγότερο γνωστοί.



Αγία Μαρία Σκόμπτσοβα, νεομάρτυρας των ναζιστικών στρατοπέδων (από εδώ)


Το αυθεντικό χριστιανικό ήθος όμως το αντιλαμβάνεται σαφέστατα όποιος μελετήσει το ορθόδοξο αγιολόγιο. Εκεί θα βρει, καταγεγραμμένους ως αγίους, κάθε είδους περιθωριακούς ανθρώπους, αναλφάβητους, ζητιάνους, ανάπηρους (που δε θεραπεύτηκαν, όπως η σύγχρονη αγία Ματρώνα η αόμματη), νόθα παιδιά, ορφανά, δούλους, και φυσικά πόρνες και τελώνες, καθώς και ανθρώπους που διέπραξαν ποικίλα αμαρτήματα, υπήρξαν φονιάδες, δήμιοι, βασανιστές αγίων, μάγοι, ανελέητοι άρχοντες, βιαστές κ.τ.λ. Έχουν ωστόσο ένα κοινό μεταξύ τους και, θα έλεγα, μια μεγάλη διαφορά από εμάς: μετανόησαν ειλικρινά, σοβαρά και βαθιά. Γι’ αυτό αγίασαν.
Ένας ουμανιστής ηθικός άνθρωπος ή ηθικολόγος εδώ συνήθως αναρωτιέται: μήπως λοιπόν το αγιολόγιο είναι μια βίβλος αποθέωσης της διαφθοράς; Πώς ο χριστιανισμός διδάσκει ότι ο Θεός συγχωρεί τόσο γενναιόδωρα αποτρόπαιους αμαρτωλούς; Τι θα πει «μετανόησαν»; Η δικαιοσύνη απαιτεί να πληρώσουν!
Ανάλογη ερώτηση διατυπώνουν πολλοί, ακόμη και βαφτισμένοι ορθόδοξοι χριστιανοί, πνευματικά όμως αρχάριοι, σκανδαλισμένοι που ο Ιησούς δικαιώνει με τέτοιο τρόπο τον άσωτο υιό στην παραβολή του Λουκ. 15, 11-32 – όλοι βέβαια ταυτίζουν τον εαυτό τους με το «δίκαιο» μεγάλο αδελφό, όχι με τον άσωτο, κι αυτό δεν τους επιτρέπει να νιώσουν ανακούφιση, που η παραβολή τους δίνει ελπίδα σωτηρίας.
Κι όμως η παρουσία τόσων αμαρτωλών στα συναξάρια φανερώνει πως ο χριστιανισμός δεν είναι ηθικιστικός· δεν πετάει στα σκουπίδια τον αμαρτωλό, ούτε καταξιώνει την αμαρτία (κατά την παρερμηνεία άλλων, που νομίζουν πως για να γίνει άγιος κάποιος πρέπει οπωσδήποτε να έχει διαπράξει πολλές ή βαριές αμαρτίες), αλλά τον προσκαλεί σε σωτηρία μέσω της μετάνοιας, που είναι η μεταβολή του νου – "ούτε εγώ σε κατακρίνω· πήγαινε και μην αμαρτάνεις πια" είπε ο Ιησούς στη μοιχαλίδα που έσωσε από το λιθοβολισμό (κατά Ιωάννην, 8, 11).
Η σωτηρία του ανθρώπου που μετανοεί οφείλεται στο ότι η μετάνοια προκαλεί άνοιγμα της νοερής καρδιάς, που ήταν κλειστή από τα πάθη, τα οποία οδηγούσαν τον άνθρωπο στην αμαρτία, και επιτρέπει να μπει μέσα της η θεία χάρη, η ενέργεια του Θεού που αγιάζει, δηλαδή σώζει, τον άνθρωπο. Όσο εντονότερη είναι η μετάνοια, τόσο μεγαλύτερο γίνεται το άνοιγμα της καρδιάς και συνεπώς αφθονότερη η είσοδος της θείας χάριτος. Γι’ αυτό η «συντετριμμένη καρδία» οδηγεί και το μεγαλύτερο αμαρτωλό στην αγιότητα.
Όποιος δεν αντέχει να συνυπάρχει με τους αμαρτωλούς (νομίζοντας – ή κοροϊδεύοντας τον εαυτό του – ότι ο ίδιος «είναι αναμάρτητος» ή λιγότερο αμαρτωλός από τους άλλους ή εφοδιασμένος με μεγαλύτερα ελαφρυντικά) δύσκολα θα συμπαθήσει το χριστιανισμό. Εδώ δεν είναι μια ενάρετη ελίτ, όπως ίσως θα ήθελε για να ενταχθεί πανηγυρικά σ’ αυτήν, αλλά ένα νοσοκομείο, στο οποίο προσέρχονται άνθρωποι ηθικά ασθενείς με σκοπό να γίνουν υγιείς.


[1] Ευσεβίου Εκκλησιαστική Ιστορία, 20 688-689. Ιουλιανός, «προς τον Αρσάκιο, αρχιερέα της Γαλατίας», μτφρ. στο: Ιουλιανός, Άπαντα, #4 (σειρά «Οι Έλληνες» #277), Κάκτος, Αθήνα 1993, σελ. 275 και 277.
[2] Καταγεγραμμένοι ως ανάργυροι είναι οι άγιοι Κοσμάς και Δαμιανός οι εκ Ρώμης, Ασίας και Αραβίας (τρία ζεύγη αδελφών με τα ίδια ονόματα), Παντελεήμονας και Ερμόλαος, Κύρος και Ιωάννης, Σαμψών και Διομήδης, Θαλέλαιος και Τρύφωνας, Μώκιος και Ανίκητος, οι Ρώσοι Αγαπητός ο Ιαματικός και Λουκάς ο Ιατρός (†1961), καθώς και οι αγίες γυναίκες γιατροί Ερμιόνη, Ζηναΐδα, Νεονίλλα και Σοφία η Ιαματική.

Παρασκευή 27 Αυγούστου 2010

Πώς ξέρουμε σίγουρα ότι υπάρχει Θεός; (περίληψη του άρθρου)

Οδός αφιερωμένη στο σύγχρονο άγιο Παΐσιο. Ο τοίχος γράφει αυτό που εκφράζει την Ορθοδοξία. Από εδώ.

Η χριστιανική πίστη δεν είναι κάποια αυθαίρετα δόγματα, που τα κατέβασαν απ' το κεφάλι τους μερικοί παπάδες και μετά απαιτούν από τους λαούς να τα δέχονται τυφλά, με σημαία το σύνθημα "πίστευε και μη ερεύνα". 
Οι άνθρωποι που το νομίζουν αυτό μπερδεύουν την αρχαία χριστιανική πνευματική παράδοση (και την ιστορική συνέχειά της, την Ορθοδοξία) με τις φρικτές διαστρεβλώσεις του χριστιανισμού που συνέβησαν στη δύση κατά το Μεσαίωνα - οι οποίες δεν ήταν ο χριστιανισμός, αλλά ένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας.
Η χριστιανική πίστη είναι μια γνώση του Θεού αυτοπροσώπως, αποχτημένη με την εμπειρία και προσεχτικά ελεγμένη και επιβεβαιωμένη (ώστε να μην πρόκειται για παραισθήσεις, απάτες ή αυταπάτες), στην οποία έχει πρόσβαση κάθε άνθρωπος. Το έργο των ιερέων είναι να οδηγήσουν τον ΚΑΘΕ άνθρωπο (άντρα, γυναίκα ή παιδί, πλούσιο ή φτωχό, μορφωμένο ή αγράμματο, άσπρο ή μαύρο) στο σημείο να μπορεί να αποχτήσει Ο ΙΔΙΟΣ άμεση γνώση του Θεού, ώστε να Τον γνωρίσει και να Τον πλησιάσει. Όλος ο αγώνας του ορθόδοξου χριστιανού, όταν γίνεται ΣΩΣΤΑ, σ' αυτό αποσκοπεί.
Επειδή λοιπόν έχουμε να κάνουμε με γνώση κι όχι με τυφλή "πίστη", γι' αυτό βλέπουμε πολλούς ορθόδοξους χριστιανούς (ακόμη και απλούς ανθρώπους) να φτάνουν σε μεγάλο ύψος θεολογικής διδασκαλίας, αλλά και πολλούς ανθρώπους από ΑΛΛΕΣ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ (και στο παρελθόν και σήμερα) να προσκαλούνται αιφνίδια από το Χριστό και να γίνοντια χριστιανοί.
Ποιοι είναι αυτοί και ποιες είναι οι λεπτομέρειες των παραπάνω; Πώς ελέγχεται επιστημονικά και πώς επιβεβαιώνεται αυτή η γνώση του Θεού που είπαμε παραπάνω; Ο ενδιαφερόμενος ας διαβάσει το πλήρες κείμενο...