ΑΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ ΠΡΙΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ, ΔΕ ΘΑ ΠΕΘΑΝΕΙΣ ΟΤΑΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ

(ΠΑΡΟΙΜΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ)

Τρίτη 13 Μαΐου 2014

Σχέσεις Εκκλησίας – Κράτους στο Λίβανο, μια διαφορετική εμπειρία

Του Λιβανέζου ορθόδοξου αδελφού και συγγραφέα Roni Bou Saba, από το ιστολόγιό του Σταγόνας Ωκεανός

Η σχέση Εκκλησίας και Κράτους, ή γενικώς θρησκείας και Κράτους αποτελεί ένα δίλημμα που ταλανίζει όλες τις θρησκείες όπως και τα Κράτη. Για την ελληνική ορθόδοξη πραγματικότητα ίσως να είναι διαφορετικό το θέμα, γιατί εμπλέκεται η παρακαταθήκη του Βυζαντίου και της Τουρκοκρατίας που έχω την εντύπωση ότι δεν αφομοιώθηκε αρμονικά στην Ελλάδα. Ίσως αυτό αποτελεί και μια από τις αιτίες σκανδάλων που εκθέτουν και την Εκκλησία και το Κράτος. Αυτά τα σκάνδαλα έδωσαν την ευκαιρία να ακουστούν και πάλι, εντονότερα, φωνές που ζητάνε το χωρισμό της Εκκλησίας από το Κράτος. Το εντυπωσιακό είναι πως κάποιες από αυτές τις φωνές προέρχονται και από τους κόλπους της Εκκλησίας.
Εγώ όμως έχω μεγαλώσει σε ένα διαφορετικό περιβάλλον, σε μια άλλη εκκλησιαστική πραγματικότητα, όπου η Εκκλησία είναι χωρισμένη από το Κράτος και δεν έχει καμία ιδιαίτερη ή προνομιακή σχέση με την πολιτική ηγεσία. Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι καλύτερα, μα ούτε και χειρότερα τα πράγματα. Ας παραθέσω λοιπόν κάποιες πτυχές από την περίπτωση του Πατριαρχείου Αντιοχείας, κυρίως δε από το Λίβανο.
Η δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Αντιοχείας απλώνεται μεταξύ άλλων και στο Λίβανο, όπου συνυπάρχουν 17 αναγνωρισμένα θρησκεύματα Χριστιανών, Μουσουλμάνων και Ιουδαίων. Και διεκδικούν πνευματική καθοδήγηση ο Πατριάρχης Αντιοχείας των Ορθοδόξων, ο Πατριάρχης Αντιοχείας των Μαρωνιτών, ο Πατριάρχης Αντιοχείας των Ουνίτων και άλλοι πατριάρχες. Αυτό καθιστά ανέφικτο να ταυτιστεί το Κράτος με κάποια Εκκλησία γιατί θα δυσανασχετήσουν άλλες.
Η μόνη λύση είναι το Κράτος, από τη δική του μεριά, να καλλιεργήσει σχέσεις ίσης απόστασης με όλα τα δόγματα, όπου τους παρέχει την ελευθερία τους και εγγυάται την ισότητα όλων απέναντι στις υποχρεώσεις τους και τα δικαιώματα. Αυτό το καθεστώς επιβάλλει και στην Εκκλησία μια διαφορετική στάση απέναντι στο Κράτος, που χαρακτηρίζεται από διακριτικότητα. Εδώ χρειάζεται να επισημάνω ότι μιλώ κυρίως για την Ορθόδοξη Εκκλησία που για γεωπολιτικούς και ανθρωπολογικούς λόγους ήταν προετοιμασμένη να αντιμετωπίσει την δημιουργία των «εθνικών» κρατών που προέκυψαν από την πτώση της Τουρκοκρατίας χωρίς εθνοφυλετισμούς.
Η επισήμανση αυτή είναι απαραίτητη για να μην ταυτιστεί η περίπτωση της Ορθόδοξης Εκκλησίας με την Μαρωνίτικη. Γιατί η τελευταία έχει μια εθνική χροιά, σχετική με το Λίβανο που σε μεγάλο βαθμό συνέβαλε η Μαρωνίτικη Εκκλησία στο να υπάρξει ως χώρα. Ως εδώ πιστεύω φαίνεται πόσο περίπλοκη είναι η κατάσταση και οποιαδήποτε ανισορροπία μπορεί να έχει ακριβές επιπτώσεις.

Γι’ αυτό το λόγο το Κράτος αναγνωρίζει στο κάθε δόγμα το δικαίωμα της αυτοδιαχείρισης των πνευματικών ζητημάτων. Με την έννοια ότι κάθε δόγμα έχει δικό του δικαστήριο για θέματα διαζυγίου, κληρονομιάς, κηδεμονίας παιδιών κλπ. και τα δόγματα ρυθμίζουν μόνα τους τις σχέσεις μεταξύ των πιστών τους για την επίλυση των προβλημάτων που μπορεί να προκύψουν από τους συνηθισμένους μεικτούς γάμους. Έτσι το κράτος αναγνωρίζει στον επίσκοπο, π.χ. την εξουσία δικαστή πρωτοδικείου στην επισκοπή του για τα παραπάνω μόνο ζητήματα. Δεν έχει όμως ο επίσκοπος ή ο κληρικός άλλα προνόμια, ούτε αμείβεται από το κράτος.
Το θέμα της αμοιβής του κληρικού είναι επίσης προβληματικό. Αρκετοί επίσκοποι δεν καταφέρνουν να παρέχουν ένα αξιοπρεπές μισθό στον κληρικό, και αναθέτουν στους επίτροπους των ενοριών να λύσουν το πρόβλημα μαζί με τους εφημέριους. Αυτό το γεγονός οδήγησε τους κληρικούς, σε γενικές γραμμές, να φροντίσουν να τελειώσουν -και- άλλη σχολή εκτός από τη θεολογική και να αποκατασταθούν επαγγελματικά, αλλιώς ξέρουν ότι θα αντιμετωπίσουν μεγάλες δυσκολίες. Δεν θα παραβλέψω να τονίσω ότι οι περισσότεροι κληρικοί είναι παντρεμένοι, όχι όμως πολύτεκνοι.
Αυτή η κατάσταση οδηγεί τους κληρικούς και τους πιστούς να δείξουν ευθύνη ο ένας προς τον άλλο. Ο κληρικός θα φροντίσει να μην επιβαρύνει την ενορία του και η ενορία θα κοιτάξει πως να στηρίξει τον κληρικό. Συνέπεια είναι η σύσφιξη της σχέσης ενορίας-κληρικού, χάριν στο αμοιβαίο ενδιαφέρον και φροντίδα. Ταυτόχρονα όταν ο κληρικός δουλεύει -αντί να κάθεται στο ενοριακό γραφείο- κρατάει, όπως φαίνεται, στενότερη επαφή με τη πραγματικότητα του σύγχρονου βίου, είναι δηλαδή πιο κοντά στους ανθρώπους και στα προβλήματά τους.



Αυτό τον καθιστά περισσότερo παρηγορητικό και δείχνει μεγαλύτερη κατανόηση στους ανθρώπους. Ο λόγος του παραμένει μεστός. Tα πλεονεκτήματα αυτά δεν σημαίνουν ότι η πραγματικότητα είναι τόσο ρόδινη, εφ’ όσον ο κληρικός ως άνθρωπος υποκύπτει μπροστά στον πειρασμό του χρήματος, είτε λόγω ανάγκης είτε λόγω πλεονεξίας. Ούτε σημαίνει ότι οι ενορίτες για παράδειγμα δεν παραμελούν τις βασικές ανάγκες του κληρικού που τους διακονεί, και δεν υποχωρούν στον πειρασμό της κατάκρισης του κληρικού για την μεταχείριση των οικονομικών του, κατηγορώντας του πολλές φορές αδίκως για απληστία. Αυτό το ζήτημα είναι τόσο λεπτό σε σημείο που κάνει μια ενορία να "πετά", να έχει μια δυναμική μέσα στην Κοινωνία ή τη στέλνει στην "καταστροφή", την εσωστρέφεια, την μιζέρια.
Παρά ταύτα όσα προανέφερα αποτελούν πολλές εκφάνσεις και συνέπειες του χωρισμού της Εκκλησίας από το Κράτος. Ωστόσο έχω την εντύπωση ότι το κύριο μέλημα πρέπει να είναι στον ουσιαστικό χωρισμό, αν είναι να γίνει, και όχι στον τυπικό χωρισμό που θα σημαίνει υποκρισία των εξουσιών αντί να είναι συνεργασία διακονημάτων. Τότε πλέον θα αποφευχθεί η εκκοσμίκευση της Εκκλησίας, και θα παραμένει το μικρό ποίμνιο "αναλλοίωτο άλας".

Tελευταία φωτό: Bernard Kahwaji

Δεν υπάρχουν σχόλια: