ΑΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ ΠΡΙΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ, ΔΕ ΘΑ ΠΕΘΑΝΕΙΣ ΟΤΑΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ

(ΠΑΡΟΙΜΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ)

Τρίτη 17 Φεβρουαρίου 2015

Το «Κόμμα Ιωάννου» (Α΄ Ιω. 5, 7β – 8α) και η γνησιότητά του


Μια από τις σημαντικότερες μαρτυρίες της Καινής Διαθήκης για την Αγία Τριάδα


Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος

Αντιαιρετικός

ΣΗΜΕΙΩΣΗ του αρχικού blog: Το παρακάτω άρθρο είναι ένα ακόμα όπλο κατά των διαφόρων αιρετικών και ιδιαίτερα κατά των αντιτριαδιστών. Στα περισσότερα σημεία του, βοηθηθήκαμε από την Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (ΘΗΕ) και σε κάποια άλλα από την Wikipedia. Προσπαθήσαμε να είμαστε όσο πιο αντικειμενικοί γίνονταν. Το αν τα καταφέραμε ή όχι το αφήνουμε στην κρίση σας.
"Ν": Παραπέμπουμε και στην πολυσέλιδη ανάλυση του θέματος από το μακαριστό θεολόγο Νικόλαο Σωτηρόπουλο, στο μνημειώδες έργο του "Ερμηνεία δυσκόλων χωρίων της Γραφής", τ. Γ΄, Αθήναι 1994, σελ. 527-538. 


ΤΙ ΛΕΕΙ Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΚΡΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟ «ΚΟΜΜΑ ΙΩΑΝΝΟΥ»

Έτσι ονομάστηκε και είναι γνωστό στην ιστορία της κριτικής του κειμένου της Καινής Διαθήκης, το χωρίο από την 1η επιστολή του Ευαγγελιστή Ιωάννη, κεφάλαιο 5, στίχοι 7β – 8α: « …εις τον ουρανό, ο Πατέρας, ο Λόγος και το Άγιο Πνεύμα˙ και αυτοί οι τρείς είναι ένα, και τρείς είναι οι μαρτυρούντες εις την γη», το οποίο έχει καταστεί πολυθρύλητο για όσα έχουν γραφτεί από τους κριτικούς υπέρ ή κατά της γνησιότητας αυτού...


Σήμερα γενικώς η κριτική αρνείται την γνησιότητα του, για τους εξής λόγους: 1. Απουσιάζει από όλα τα γνωστά αρχαία ελληνικά χειρόγραφα. 2. Λείπει επίσης από πολλά αρχαία λατινικά χειρόγραφα και από όλες τις αρχαίες μεταφράσεις. 3. Το αγνοούν όλοι οι Έλληνες Πατέρες και συγγραφείς μέχρι τον 12ο αιώνα και οι κυριότεροι από τους Λατίνους Πατέρες και συγγραφείς, όπως π.χ. Ειρηναίος, Τερτυλλιανός, Κυπριανός, Ιερώνυμος, Αυγουστίνος και πολλοί από τους μεταγενέστερους. ["Ν": Για την επικρατούσα άποψη - ότι το απόσπασμα δεν είναι γνήσιο - βλ. αναλυτικά εδώ].

 
Για να εξηγήσουν την καταγωγή του χωρίου διατυπώθηκαν διάφορες εικασίες. Μία από αυτές λέει, πως εμφανίστηκε αρχικά σε λατινικά πατερικά συγγράμματα, με την μορφή επεξηγηματικής αναπτύξεως του 1 Ιωάννη 5,8 κατά την διάρκεια του 3ου, 4ου και 5ου αιώνα, και αργότερα παρενεβλήθη στα χειρόγραφα των λατινικών μεταφράσεων της Κ.Δ. και από εκεί στην Βουλγάτα. Κατ’ άλλη εκδοχή, η οποία θεωρείται και η πιθανότερη σήμερα, ο Ισπανός επίσκοπος Πρισκιλλιανός ή πιθανώς ο ακόλουθός του Επίσκοπος Ινστάντιος στη λατινική πραγματεία που έγραψαν με τίτλο Liber Apologeticus (1.4) τον 4ο αιώνα, κατασκεύασαν την πρόταση αυτή στα λατινικά, την οποία πιθανώς ανέγραψαν στο περιθώριο του χειρογράφου, δίπλα στον στίχο 8. Μεταγενέστερος αντιγραφέας, θεωρώντας πως ανήκει στο κείμενο της επιστολής, την ενσωμάτωσε στην επιστολή. 

Έτσι, το χωρίο αυτό εμφανίστηκε πρώτα στην Ισπανία, σαν μέρος της Λατινικής Βίβλου από το 380 μ.Χ., απ’ όπου μεταδόθηκε ταχέως και έτσι έγινε αποδεκτό, από ολόκληρο τον λατινόφωνο Χριστιανικό κόσμο, ως γνήσιο χωρίο. Από εκεί μεταφέρθηκε στην Ανατολή, μετά τον 11ο αιώνα, μεταφράσθηκε στα Ελληνικά, όπως έχει σήμερα και μπήκε στο κείμενο κάποιων χειρογράφων του 15ου αιώνα. Από εκεί πάλι μπήκε στην Κομπλουτιανή έκδοση της Κ.Δ., την Τρίτη έκδοση του Εράσμου (1522) και τις άλλες ξενόγλωσσες μεταφράσεις. Σήμερα όλες οι κριτικές εκδόσεις του ελληνικού κειμένου και οι ξένες μεταφράσεις της Κ.Δ, αφαίρεσαν το χωρίο από το κείμενο γιατί υποστηρίζουν πως δεν μπορεί να αξιώσει Ιωάννεια καταγωγή. 

ΕΛΕΙΠΕ ΠΡΑΓΜΑΤΙ ΤΟ «ΚΟΜΜΑ ΙΩΑΝΝΟΥ» ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΤΥΠΟ ΚΕΙΜΕΝΟ; 


Αλλά το γεγονός πως το χωρίο απουσιάζει από όλα τα αρχαία ελληνικά χειρόγραφα δεν σημαίνει αναγκαίως πως έλειπε και από το αρχέτυπο κείμενο. Άλλωστε δεν είναι το μοναδικό χωρίο που λείπει από τα αρχαία χειρόγραφα. Και το χωρίο από το Ευαγγέλιο του Ιωάννη, κεφάλαιο 8, στίχοι 1 – 11, που περιγράφει το επεισόδιο με την γυναίκα που συνελήφθη για μοιχεία, βρίσκεται σε μερικά μόνο χειρόγραφα και όχι εις όλα στην ίδια θέση. Επειδή όμως δεν έχει δογματική χροιά, δεν ηγέρθησαν αμφιβολίες για την γνησιότητά του ως θα όφειλε. Ομοίως η προφητεία στο Κατά Ματθαίο Ευαγγέλιο κεφάλαιο 2, στίχος 23 για τον Χριστό «θα ονομαστεί Ναζωραίος» δεν περιέχεται στην Παλαιά Διαθήκη, αλλά και πάλι δεν ηγέρθησαν αμφιβολίες για την γνησιότητά της. 

Ούτε πάλι το γεγονός, πως το αγνοούν όλοι οι αρχαίοι Έλληνες Πατέρες και συγγραφείς πείθει αναντίρρητα πως το χωρίο ουδέποτε υπήρξε στο αρχικό κείμενο. Θα μπορούσαμε πράγματι να συμφωνήσουμε με τα συμπεράσματα των κριτικών, εάν είχαμε χειρόγραφα παλιότερα, τουλάχιστον του 2ου αιώνα, που δεν περιέχουν το χωρίο, ή όλα τα συγγράμματα των Πατέρων. Αλλά όμως κανένα από τα χειρόγραφα που μας διασώθηκε δεν είναι παλιότερο του 4ου αιώνα, πολλά δε συγγράμματα των αρχαιότερων Πατέρων χάθηκαν και μόνο τους τίτλους γνωρίζουμε για κάποια από αυτά, από μεταγενέστερες αυτών πηγές. Επομένως για κανένα λόγο δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι, πως το χωρίο, επειδή απουσιάζει από τα μέχρι τώρα διασωθέντα χειρόγραφα της Κ.Δ. και συγγράμματα των Πατέρων, έλειπε πράγματι από το αρχέτυπο κείμενο.

Εξ άλλου πρέπει να ληφθεί υπόψη πως τα χρόνια εκείνα ούτε τυπογραφικά μηχανήματα υπήρχαν, ούτε φωτοτυπικά. Έτσι τα αγιογραφικά κείμενα – όπως και άλλα σπουδαία κείμενα – πολλαπλασιάζονταν με χειρόγραφη αντιγραφή. Οι κάθε λογής αντιγραφείς ήσαν ποικίλης μορφώσεως και ευσυνειδησίας, γι’ αυτό και υπάρχουν πολλές παραποιήσεις και παραλείψεις λέξεων, φράσεων και ολόκληρων χωρίων. Για το ζήτημα αυτό γράφει ο Ωριγένης στο «Υπόμνημα εις Ματθαίον, P.G. 13, 1293 Α»: «Τώρα υπάρχει μεγάλη διαφορά των αντιγράφων, είτε από τεμπελιά των γραφέων, είτε από μοχθηρή τόλμη για διόρθωση των γραφομένων, είτε αυτά που κατά την γνώμη τους πρέπει να προστεθούν ή να αφαιρεθούν».Φαίνεται λοιπόν πολλή πιθανή η εκδοχή, ότι για έναν από τους παραπάνω λόγους, το χωρίο εξέπεσε από το κείμενο των εις την ελληνική διασωθέντων χειρογράφων, σε χρόνο που είναι κοντά στο χρόνο συγγραφής της 1ης Ιωάννου επιστολής και γι’ αυτό παρουσιάζεται εντελώς άγνωστο στην Ανατολή.
 

ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΑΝ ΑΡΧΑΙΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΝΟΔΟΙ ΤΟ «ΚΟΜΜΑ ΙΩΑΝΝΟΥ»; 

Η πιθανότητα αυτής της εκδοχής προάγεται εις βεβαιότητα όταν ληφθεί υπόψη, πως το χωρίο αυτό είναι ήδη γνωστό από τον 2ο αιώνα στη Δύση. Πρώτος αναφέρεται σ’ αυτό ο Τερτυλλιανός (155 – 240 μ.Χ.), ο οποίος αντιμετωπίζοντας τον αιρετικό Πραξέα γράφει: «Αρχίζοντας από μένα είπε: όπως ο ίδιος για τον Πατέρα. Έτσι ενωμένος ο Πατέρας με τον Υιό, και ο Υιός με τον Παράκλητο, δημιουργούν Τριάδα, στενώς ενωμένοι ο ένας σε σχέση με τον άλλον, αυτοί οι τρεις είναι ένα, όχι ένας. Μ’ αυτό τον τρόπο έχει λεχθεί: Εγώ και ο Πατέρας είμαστε ένα˙ στην μοναδικότητα της ουσίας όχι στην μοναδικότητα του αριθμού» (PL 2, 211C). 

Μνημονεύοντας λοιπόν τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα και ιδιαίτερα από την φράση «αυτοί οι τρείς είναι ένα (qui tres unum sunt)», αποδεικνύεται σαφώς πως ο Τερτυλλιανός γνωρίζει και επικαλείται το χωρίο προς αντιμετώπιση του Πραξέα, αφού άλλωστε είναι γνωστό, πως πουθενά αλλού στην Ιωάννεια Γραμματεία, απαντάτε ρητά η φράση «αυτοί οι τρείς είναι ένα (qui tres unum sunt)», από την οποία θα μπορούσε να την πάρει. Αν λοιπόν αγνοούσε το χωρίο, όπως υποστηρίζουν οι κριτικοί, θα ήταν αρκετό να πει «Εγώ και ο Πατέρας είμαστε ένα, όχι ένας (Ego et Pater unum sumus, non unus)», όπως κάνει αλλού (PL 2, 207B), δεδομένου μάλιστα πως ο Πραξέας, δεν αναμίγνυε το Άγιο Πνεύμα στην διδασκαλία του, αφού υποστήριζε απλά πως «αυτός ο ίδιος ο Πατέρας ενανθρώπησε στο πρόσωπο του Χριστού και έπαθε σταυρωθείς». Ανήκε δηλαδή στην αίρεση των Πατροπασχιτών, που πίστευαν πως ο Θεός είναι ένας και αλλάζει προσωπεία. Στην Π.Δ. παρουσιάζεται σαν πατέρας ενώ στην Κ.Δ. σαν Χριστός. 

Μετά τον Τερτυλλιανό ο Κυπριανός, επίσκοπος Καρχηδόνος ( 248 – 258 μ.Χ.), ο οποίος αναφέροντας το χωρίο από το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο κεφάλαιο10, στίχο 30 στους αιρετικούς που δε δέχονταν την Αγία Τριάδα προσθέτει: "Εγώ και ο Πατέρας είμαστε ένα. Πάλι είναι γραμμένο από τον Πατέρα, και τον Υιό, και το Άγιο Πνεύμα, Και αυτοί οι τρεις είναι ένα" ( De unitate Ecclesiae, VI, PL 4, 519B). Έχομε λοιπόν δύο σπουδαίους Λατίνους συγγραφείς του 2ου και 3ου αιώνα, οι οποίοι μιλάνε για το εν λόγω χωρίο, ως μέρος της Γραφής, και αυτοί οι δύο μαρτυρούν, πως αυτό ανήκει στον Ιωάννη, γνωρίζοντας αυτό προφανώς από κώδικα που περιείχε κείμενο αρχαιότερο της εποχής των. 

Το χωρίο αυτό γνωρίζουν επίσης και άλλοι μεταγενέστεροι Λατίνοι συγγραφείς, όπως ο Πρισκιλιανός, επίσκοπος Αβήδης (380 ή 384 μ.Χ.), (στο Corpus script. Ecclesiae, latinae, τ. 18, σ. 6) ο Βιγίλιος Taspensis (+ 389 μ.Χ.) (PL 62, 359AB). Ομοίως το χωρίο είναι γνωστό ως Γραφικό εις την Εκκλησία της Αφρικής, της οποίας σαράντα επίσκοποι το έτος 484 μ.Χ., εις επιδοθείσα ομολογία πίστεως στον Ουνέρικο, βασιλιά των Βανδάλων, περιέλαβαν αυτό αυτολεξεί ως εξής: «Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης ως απόδειξη αποδέχεται (ενότης εν Τριάδι) και λέγει: είναι τρεις οι οποίοι κατέχουν: την απόδειξη στον ουρανό, ο Πατήρ, ο Λόγος και το το Άγιο Πνεύμα, Και αυτοί οι τρεις είναι ένα» (Ευγένιος Βούλγαρης «Ερμηνεία εις επιστολή Παύλου» υπό Ευθ. Ζιγαβηνού, έκδ. Ν. Καλογερά, Β΄, υποσ. εις Α΄ Ιωαν. ε΄ 8, σ. 632).

Γνωρίζουν επίσης και παραθέτουν το χωρίο, ο Φουλγέντιος Ruspensis (533 μ.Χ.), τρείς φορές (PL 65, 224 Α, 224 Β, 500 C), ο Κασσιόδωρος (475 – 570 μ.Χ.), (PL 70, 1373 Α) και ο Ισίδωρος Σεβίλης (560 – 639 μ.Χ.), (PL 83, 1203), για να περιοριστούμε στους αρχαιότερους.
 

ΑΣΗΜΑΝΤΕΣ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ, ΑΛΛΑ ΟΜΩΣ ΤΟΣΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ 

Υπάρχουν πολύ αξιοπρόσεκτες διαφορές εκφράσεως στις ανωτέρω μνημονευθείσες παραθέσεις του χωρίου, αν τις συγκρίνουμε μεταξύ τους ή με το κείμενο της Βουλγάτας, οι οποίες αν και είναι μόνο φραστικές διαφορές που δεν μεταβάλουν την έννοια του κειμένου, έχουν όμως σπουδαιότατη σημασία. Έτσι η φράση «μαρτυρούντες» εις μεν την Βουλγάτα αποδίδεται «qui testimonium dant», εις δε υπό των συγγραφέων παραθέσεις, άλλοτε μεν «quae testimonium dicunt» άλλοτε δε «qui testimonium perhibent» και σε ένα πάπυρο του 7ου αιώνα «qui testificantur». 

Οι διαφορές αυτές στη έκφραση εξηγούνται απόλυτα, μόνον αν δεχτούμε πως συνέβη ένα εκ των δύο: 
1. ή ότι οι συγγραφείς αυτοί έχουν μπροστά τους το ελληνικό κείμενο και το μεταφράζουν ο καθένας ελεύθερα, χρησιμοποιώντας, τις πιο κατάλληλες λατινικές λέξεις κατά την γνώμη τους, για την πιο ακριβή απόδοση του νοήματος του χωρίου 
2. ή ότι παραθέτουν από μεταφράσεις που είχαν γίνει από διάφορους μεταφραστές σε παλιότερο χρόνο, που φαίνεται και το πιθανότερο. 

Έτσι είμαστε υποχρεωμένοι να δεχτούμε, ότι ενώ εις την Ανατολή το χωρίο τούτο είχε εκπέσει από το κείμενο ήδη από πριν το τέλος του 2ου αιώνα, στην Δύση, στην οποία είχαν μεταφερθεί χειρόγραφα από την Ανατολή, που κατάγονταν απευθείας από το αρχέτυπο κείμενο, το χωρίο αυτό είχε διατηρηθεί στους εν λόγω καταγόμενους κώδικας. Αυτούς λοιπόν τους κώδικας είχαν μπροστά τους οι παραπάνω μνημονευθέντες συγγραφείς, είτε σε ελληνικό κείμενο, είτε σε λατινική μετάφραση και έτσι εξηγούνται οι παρατηρούμενες φραστικές διαφορές. 


Οι διαφορές αυτές είναι και μια «γροθιά», στις υποθέσεις της σύγχρονης κριτικής που ισχυρίζεται, άλλοτε μεν, πως το «Κόμμα Ιωάννου» είναι παρεμβολή στα πατερικά λατινικά συγγράμματα και άλλοτε πως είναι επινόηση των Ισπανών επισκόπων Πρισκιλιανού και Ινστάντιου.Αξιοσημείωτο επίσης είναι, πως οι παραπάνω μνημονευθέντες συγγραφείς, δέχονται ομόφωνα το χωρίο, ως αγιογραφικό, το οποίο αποδίδουν εις τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, όπως αποδεικνύεται από τα λεγόμενά τους: 
1. Τερτυλλιανός: «inquit: sicut ipse de Patris …. Ita … qui tres unum sunt» (είπε: όπως ο ίδιος για τον Πατέρα … έτσι … αυτοί οι τρείς είναι ένα) 
2. Κυπριανός: « et iterim…., scriptum est: Et hi tres unum sunt»
(Πάλι …., είναι γραμμένο: Και αυτοί οι τρείς είναι ένα) 

3. Πρισκιλιανός: «sicut Johannes ait …» (Έτσι ο Ιωάννης ) 
4. Βιγίλιος: « Item ipso … inquit» (Έτσι είπε … )

Αφού λοιπόν θεώρησαν αυθεντικό το «Κόμμα», το χρησιμοποίησαν ο Τερτυλλιανός κατά του Πραξέα, και οι Βιγίλιος και Φουλγέντιος κατά των Αρειανών και Σαβελλιανών. Εάν το «Κόμμα» ήταν νόθο, γιατί τότε κανένας από τους αιρετικούς δεν τους κατηγόρησε δημόσια πως ψεύδονται; Το γεγονός πως καμιά μαρτυρία δεν υπάρχει πως οι εν λόγω αιρετικοί, δεν αμφισβήτησαν την γνησιότητα του χωρίου, το οποίο φανερά στρέφονταν εναντίον τους, αποτελεί ακαταμάχητη μαρτυρία, πως και οι ίδιοι αιρετικοί δέχονται την γνησιότητα του.


ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΩΣΗ ΤΟΥ «ΚΟΜΜΑΤΟΣ» 


Αν από το κείμενο της επιστολής αφαιρεθεί το «κόμμα», τότε το κείμενο έχει μία από τις μεγαλύτερες συντακτικές ανωμαλίες. Και είμαστε τυχεροί που είμαστε Έλληνες γιατί μπορούμε εύκολα να διαπιστώσουμε την ανωμαλία αυτή. Έτσι ο Ευγένιος Βούλγαρης (17ος αιώνας), παρατήρησε πως υπάρχει ασυνήθιστη ανωμαλία, στην σύνταξη του στίχου 7 του ελληνικού κειμένου, η οποία χωρίς την προσθήκη του στίχου 8, αποβαίνει απαράδεκτος σολοικισμός (παραβίαση δηλ. συντακτικών κανόνων). Πριν όμως προχωρήσουμε να δούμε την συντακτική ανωμαλία, καλόν είναι να εκθέσουμε, όλο το χωρίο. Το μέσα σε αγκύλες είναι το «κόμμα»:
«5 Τις εστίν ο νικών τον κόσμον ει μη ο πιστεύων ότι Ιησούς εστίν ο υιός του Θεού; 6 Ούτός εστίν ο ελθών δι' ύδατος και αίματος, Ιησούς Χριστός· ουκ εν τω ύδατι μόνον, αλλ' εν τω ύδατι και τω αίματι· και το Πνεύμά εστίν το μαρτυρούν, ότι το Πνεύμά εστίν η αλήθεια. 7 Ότι τρεις εισίν οι μαρτυρούντες [εν τω ουρανώ, ο Πατήρ, ο Λόγος και το άγιον Πνεύμα, και ούτοι οι τρεις εν εισί. 8 και τρεις εισίν οι μαρτυρούντες εν τη γη], το Πνεύμα και το ύδωρ και το αίμα, και οι τρεις εις το εν εισίν. 9 Ει την μαρτυρίαν των ανθρώπων λαμβάνομεν, η μαρτυρία του Θεού μείζων εστίν· ότι αύτη εστίν η μαρτυρία του Θεού ην μεμαρτύρηκε περί του υιού αυτού».
Βλέποντας λοιπόν τον στίχο 7 – χωρίς το «κόμμα» βέβαια – διαπιστώνουμε, ότι το πνεύμα, το ύδωρ και το αίμα είναι ονόματα γένους ουδετέρου. Πως είναι δυνατόν λοιπόν, να συμφωνήσουν συντακτικά αυτά τα ουδέτερα, με τον αμέσως προηγούμενο στίχο «τρεις εισί οι μαρτυρούντες», που είναι γένους αρσενικού; Όπως επίσης και με τον αμέσως επόμενο στίχο «και οι τρεις εις το εν εισίν» που είναι πάλι γένους αρσενικού; Τέτοια σύνταξη βεβαίως, είναι δυνατή στην γλώσσα μας, πλην όμως μόνον «κατά το νοούμενον» ή «κατά σύνεσιν», συμβατικά δηλαδή, αλλά καμιά από αυτές δεν είναι παραδεκτή στο συγκεκριμένο σημείο. Η συντακτική λοιπόν αυτή ανωμαλία, μοναδική πράγματι σε όλη την Κ.Δ., δεν φαίνεται να υπάρχει χωρίς λόγο ή να οφείλεται σε άγνοια των κανόνων σύνταξης από τον συγγραφέα. Για να υπάρχει εκεί, σημαίνει πως υπήρχε εξ αρχής πριν από τον 8 στίχο, ή μετά από αυτόν, πρότασις η οποία εξέπεσε αργότερα, και η οποία να επιτρέπει αυτού του είδους την σύνταξη. Τέτοια πρόταση είναι μόνον αυτή που αναφέρεται στους «τρεις μάρτυρες στον ουρανό», η οποία και την συντακτική ανωμαλία αίρει αλλά και εναρμονίζεται με το όλο κείμενο.

Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ «ΚΟΜΜΑ»

Η Ορθόδοξη Εκκλησία από την στιγμή της ίδρυσής της το 33 μ.Χ., την ημέρα της Πεντηκοστής, ήταν η Εκκλησία που είχε για κέντρο της, την Θεία Λειτουργία. «Λειτουργούντων δε αυτών τω Κυρίω και νηστευόντων είπε το Πνεύμα το Άγιον», Πράξεις των Αποστόλων, κεφάλαιο 13, στίχος 2. Γι’ αυτό τον λόγο άλλωστε στην Θεία Λειτουργία της, καθώς και στις άλλες τελετές κι ακολουθίες της, ενσωμάτωσε ολόκληρα χωρία από τα κείμενα της Αγίας Γραφής.


Για τους μη γνωρίζοντας, αλλά και για όσους μας κατηγορούν πως [εμείς οι Ορθόδοξοι] δεν δίνουμε μεγάλη σημασία στην Βίβλο, τους ενημερώνουμε πως η Λειτουργία περιέχει 98 εδάφια από την Παλαιά Διαθήκη και 114 από την Καινή! 

Κατά συνέπεια, μία εκκλησία με ιστορία αιώνων και τέτοια αντίληψη για την αξία των ιερών κειμένων, δεν θα μπορούσε να εναλλάσσει το κείμενό της σύμφωνα με τις εκάστοτε ερμηνείες των επιστημόνων που πολλές φορές μεταβάλλονται σε διάστημα λίγων χρόνων. Δεν χρησιμοποιεί η Ορθόδοξη Εκκλησία κριτικά κείμενα αλλά λειτουργικά κείμενα. Για τους Ορθοδόξους αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς το λεγόμενο κριτικό κείμενo της Καινής Διαθήκης είναι προϊόν επιστημονικής σύνθεσης, που δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ στη Λατρεία από καμία Ομολογία. Και αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός, πως άλλοι μεν ερευνητές θεωρούν την α΄ γραφή συγκεκριμένου χωρίου ως αρχική, άλλοι δε την β΄ γραφή αυτού, με αποτέλεσμα να παρατηρούνται διαφορές μεταξύ των, πολλές δε φορές και διαφορές μεταξύ διαδοχικών εκδόσεων του αυτού εκδότου. Η 26η έκδοση των Nestle-Aland διαφέρει της 25ης εις 700 περίπου χωρία. Έτσι, παρά την τεραστία προσπάθεια από μεγάλο πλήθος ειδικών ερευνητών, δεν έχει επιτευχτεί ακόμα ομοφωνία μεταξύ τους, ποιο είναι το καλλίτερο και εγκυρότερο κείμενο. 

Όλες λοιπόν αυτές οι διαφορές δεν δείχνουν τίποτα άλλο, παρά την ύπαρξη του υποκειμενισμού, γι αυτό το λόγο λοιπόν, η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν μπορεί και δεν πρέπει να παίζει με το κείμενο της Κ.Δ. που χρησιμοποιεί στην Λειτουργία της. Παρόλο λοιπόν που το ζήτημα γύρω από το «Κόμμα Ιωάννου», δεν έχει ξεκαθαριστεί η Ορθόδοξη Εκκλησία για να είναι τίμια απέναντι στο εαυτό της και στους πιστούς της έκανε το εξής όσον αφορά το κείμενο της Κ.Δ. που δεν αφορά τα λειτουργικά κείμενα της. Στο κείμενο της Καινής Διαθήκης του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης του 1904, που αποτελεί το επίσημο κείμενο της Κ.Δ. που χρησιμοποιεί η Ορθόδοξη Εκκλησία, το «Κόμμα Ιωάννου» είναι τυπωμένο, με πλάγια και μικρότερου μεγέθους γράμματα. Στα λειτουργικά κείμενα της όμως, το «Κόμμα Ιωάννου» παραμένει ως είχε, αφού άλλωστε εκφράζει την πίστη της Ορθόδοξης Εκκλησίας στον Τριαδικό Θεό.

Δείτε και:

Ο Θεός ως αγία Τριάδα
Η Αγία Τριάδα στην Αγία Γραφή
Πίστευε η αρχαία Εκκλησία στην Αγία Τριάδα;
(ενότητα στο ιστολόγιό μας)
Θεολογικές μελέτες με θέματα που αφορούν αιρέσεις (περί αιρέσεων επίσης εδώ & εδώ)

Δεν υπάρχουν σχόλια: