ΑΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ ΠΡΙΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ, ΔΕ ΘΑ ΠΕΘΑΝΕΙΣ ΟΤΑΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ

(ΠΑΡΟΙΜΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ)

Παρασκευή 21 Αυγούστου 2015

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ Ή ΜΑΚΡΟΘΥΜΙΑ;


π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
ΒΗΜΑΤΑ



Οι άνθρωποι στη σχέση μας με το Θεό και με τη θρησκεία ζητούμε κάτι, το οποίο πιστεύαμε ότι λείπει από τη ζωή μας. Είναι η δικαιοσύνη. Είναι η επιθυμία μας να ανταμειφθούμε για τα έργα μας, για τους κόπους, τα χαρίσματά μας, αλλά και να δούμε να θεραπεύεται κάθε αδικία στη ζωή. Να δούμε δηλαδή όλους εκείνους οι οποίοι δεν προόδευσαν με τρόπο που να αρμόζει στις πραγματικές τους δυνατότητες, ενίοτε μάλιστα κατάφεραν να πάνε μπροστά ερχόμενοι σε αντίθεση με τις εντολές του Θεού, να πληρώνουν για τις ανομίες τους. Να δούμε όλους εκείνους οι οποίοι είτε μας αδικούν άμεσα, κάνοντάς μας κακό, είτε έμμεσα, λαμβάνοντας αυτό που θα έπρεπε ή θα θέλαμε να λάβουμε εμείς, να πληρώσουν τα χρέη τους. Λησμονούμε βεβαίως ότι έναντι του Θεού είμαστε όλοι οφειλέτες κατά κάποιον τρόπο. Είτε είμαστε καλύτεροι από τους άλλους, είτε έχουμε αξιοποιήσει με δίκαιο τρόπο τα χαρίσματά μας (δηλαδή με κόπο και τιμιότητα), εντούτοις τίποτε από όσα διεκδικούμε δεν μπορεί να άρει τις δικές μας αμαρτίες, τις δικές μας οφειλές έναντι του Θεού. Κανείς από εμάς δεν είναι αναμάρτητος. Και όντως θα έρθει η στιγμή που θα δώσουμε όλοι λόγο για τις πράξεις μας, όπως επίσης και τις παραλείψεις μας. Κι αυτή η ώρα θα είναι πρώτα κατά τη στιγμή του θανάτου μας και οριστικά κατά τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου μας, οπότε το κριτήριο της δικαιοσύνης το οποίο απαιτούμε για τους άλλους θα ισχύσει πρωτίστως και για εμάς.

Μία τέτοια λογοδοσία περιγράφει ο Κύριός μας απαντώντας στο ερώτημα του αποστόλου Πέτρου πόσες φορές οφείλει να συγχωρέσει τον αδελφό του. Ο Χριστός απαντά στον Πέτρο ότι η συγχώρεση δεν έχει όριο και τον καλεί εβδομηκοντάκις επτά να συγχωρήσει αυτόν που σφάλλει έναντί του, ξεπερνώντας το όριο του νόμου, που ήταν επτά φορές. Και για να βοηθήσει τόσο εκείνον, όσο και όλους μας να κατανοήσουμε την αξία αυτού που η πίστη μας αποκαλεί «μακροθυμία», διηγείται την παραβολή της βασιλείας των ουρανών με έναν βασιλιά, ο οποίος έρχεται «συνάραι λόγον», ζητά να κάνει λογαριασμό με τους δούλους του, για να δει τις οφειλές τους. Και του παρουσιάζουν τον οφειλέτη ενός τεράστιου χρηματικού ποσού.

Η απόφαση είναι αναπόφευκτη. Ζητά, σύμφωνα με το δίκαιο, να πουληθεί ο ίδιος ως δούλος, η γυναίκα, τα παιδιά και τα υπάρχοντά του, για να ξωφλήσει το χρέος του. Ό,τι νομίζει πως του ανήκει, την οικογένειά του, τα αγαθά του, την ίδια του την ελευθερία θα στερηθεί αυτός που διαπιστώνει ότι έναντι του κυρίου του οφείλει. Θα απογυμνωθεί δηλαδή και από τα προσωπικά του χαρίσματα και από ό,τι θεωρεί σπουδαίο στη ζωή του, διότι το χρέος είναι δυσβάσταχτο. Ο δούλος όμως παρακαλεί τον βασιλιά να επιδείξει έλεος και μακροθυμία. Η μακροθυμία είναι ενδεικτικό στοιχείο του ισχυρού, αυτού που έχει τη δύναμη να χαρίσει, να συγχωρήσει ή να καταδικάσει. Η καταδίκη και η δικαιοσύνη δια της τηρήσεως του νόμου είναι το εύκολο, το λογικό, το αποδεκτό. Η μακροθυμία είναι υπέρβαση και απόδειξη αγάπης. Θέλει μεγαλύτερη εσωτερική δύναμη, γενναιοδωρία καρδιάς για να δειχθεί.

Ο βασιλιάς τον λυπάται. Διατάζει να του χαρίσουν το χρέος και να τον αφήσουν ελεύθερο. Τότε ο ευεργετηθείς δούλος βρίσκει έναν σύνδουλό του, ο οποίος του οφείλει ένα μικρό χρηματικό ποσό. Στην αδυναμία του να το εξοφλήσει, ο ευεργετηθείς δούλος αποπειράται να τον πνίξει και τον ρίχνει στη φυλακή, προκειμένου να πάρει πίσω τα χρήματα τα οποία του οφείλονται. Το χρέος του ευεργετηθέντος έναντι του Ισχυρού ήταν τεράστιο. Το χρέος του συνδούλου του έναντί του τώρα ήταν ασήμαντο. Και όμως ο εκζητήσας την μακροθυμία γίνεται στυγνός, δυνάστης, απάνθρωπος. Έχει τη δυνατότητα να δείξει με τη σειρά του μακροθυμία. Και όμως γίνεται σκληρός και απαιτητικός. Και ασκεί σ’ αυτόν που είναι στην ίδια κατάσταση, σύνδουλος δηλαδή, τη δικαιοσύνη που δεν άσκησε ο πραγματικά Ισχυρός.

Οι άλλοι δούλοι ενημερώνουν τον βασιλιά για την συμπεριφορά του ευεργετηθέντος και εκείνος, με τη σειρά του, τον καλεί και του λέει ξεκάθαρα: «Δούλε πονηρέ, πάσαν την οφειλήν εκείνην αφήκα σοι, επεί παρεκάλεσάς με . ουκ έδει και σε ελεήσαι τον σύνδουλόν σου, ώς και εγώ σε ελέησα;» (Ματθ. 18, 32-33). Κακέ δούλε, σου χάρισα όλο εκείνο το χρέος επειδή με παρεκάλεσες . δεν έπρεπε κι εσύ να σπλαχνιστείς το σύνδουλό σου, όπως κι εγώ σπλαχνίστηκα εσένα; Ο Ισχυρός υποδεικνύει πλέον με αυστηρότητα και σαφήνεια τι έχει προσφέρει στον ευεργετηθέντα, μακροθυμία δηλαδή και όχι δικαιοσύνη, και του δείχνει ποιο θα ήταν τώρα το νέο χρέος εκείνου, εντελώς διαφορετικό σε σχέση με το προηγούμενο. Δεν είναι υλικό, ηθικό, νομικό έναντι του Ισχυρού, αλλά χρέος μακροθυμίας προς τον εξίσου αδύνατο. Και επειδή ο ευεργετηθείς δεν θέλει να κατανοήσει τι του συνέβη, αλλά οικειοποιείται το ρόλο του ισχυρού και εφαρμοστή της δικαιοσύνης που δεν του ανήκει, ο πραγματικά Ισχυρός αυτή τη φορά αποδίδει πλήρη δικαιοσύνη. Τον παραδίδει στα βασανιστήρια, όχι πλέον στη δουλεία, αλλά στην σωματική τιμωρία, προκειμένου να αποδώσει το χρέος του.

Μέσα από αυτή τη διδακτική παραβολή, διαπιστώνουμε ότι ο αληθινά δίκαιος είναι ο Θεός. Μόνο που η δικαιοσύνη του έχει δύο όψεις. Η μία είναι η μακροθυμία. Η άλλη είναι η ακρίβεια στην τήρηση των νόμων και των εντολών Του και η πληρωμή με βάση αυτή για τα έργα μας. Επαφίεται στον καθέναν μας τι θα διαλέξει. Επαφίεται στον καθέναν μας σε Ποιον Θεό πιστεύει: αυτόν της μακροθυμίας ή αυτόν της δικαιοσύνης. Ο Θεός της δικαιοσύνης βλέπει τα πάντα με ακρίβεια και εφαρμόζει τους νόμους και τις εντολές χωρίς περιθώρια παρέκκλισης. Ο Θεός της μακροθυμίας δείχνει ευσπλαχνία και αγάπη. Η επιλογή διαφαίνεται από τον τρόπο με τον οποίο φερόμαστε στους σύνδουλούς μας. Από την συγχωρητικότητα την οποία επιδεικνύουμε στη ζωή μας.

Για να συγχωρήσουμε, οφείλουμε να νικήσουμε το αίσθημα του κατέχειν. Ότι έχουμε εξουσία, διότι έχουμε χαρίσματα, αγαθά, θέση, αποδοχή, ανθρώπους που μας ακούνε και μας υπακούνε, ότι είμαστε σπουδαίοι και ξεχωριστοί επειδή έχουμε εξουσία. Απέναντι στο Θεό όμως όλοι οφείλουμε. Τίποτε δεν μας ανήκει και καμία εντολή του Θεού δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι την τηρήσαμε, ούτε καν κατά προσέγγιση. Την ίδια στιγμή χρειάζεται να συνειδητοποιήσουμε ότι για να ζητήσουμε την μακροθυμία, τη συγχώρεση από τον Θεό για ό,τι Του οφείλουμε, δεν δικαιούμαστε να κρατήσουμε κάτι έναντι όσων μας οφείλουν. Η δική μας γενναιοδωρία είναι η αφετηρία για να μπορέσουμε να ζητήσουμε την γενναιοδωρία της μακροθυμίας του Θεού. Είμαστε ισχυροί τελικά όταν συγχωρούμε και όχι όταν επιβάλλουμε το θέλημά μας, όταν απαιτούμε και επιβάλλουμε το όποιο δίκιο μας. Εκεί βρίσκεται η αληθινή υπέρβαση. Να αναγνωρίσουμε ότι ο Θεός μας συγχωρεί κάθε οφειλή και να μιμηθούμε αυτή την κίνηση έναντι των άλλων.

Ο πολιτισμός μας είναι ο πολιτισμός της δικαιολογίας για τις αμαρτίες μας, όχι όμως της συγχώρησης των αμαρτιών των άλλων. Είναι ο πολιτισμός που αναλύει τα ανθρώπινα σφάλματα, δεν έχει όμως εύκολα την δύναμη να τα συγχωρέσει. Απαιτεί δικαιοσύνη γι’ αυτά, δεν μπορεί όμως να τα υπερβεί. Αυτό ζητούμε και από τον Θεό. Να συγχωρέσει τα δικά μας αμαρτήματα, χωρίς όμως να είμαστε πρόθυμοι να μακροθυμήσουμε έναντι των άλλων. Ας αγωνιστούμε να δείξουμε μακροθυμία. Να συγχωρήσουμε για να συγχωρηθούμε. Και να μπορέσουμε έτσι να εκζητήσουμε το έλεος του Θεού και όχι τη δικαιοσύνη. Η μακροθυμία λυτρώνει, ακόμη κι αν πονά. Αυτός είναι ο δρόμος της βασιλείας των ουρανών, ο δρόμος της Εκκλησίας.


Εικ. από εδώ (όπου και η παραβολή)

Η παραβολή των μυρίων ταλάντων περιλαμβάνεται στο κατά Ματθαίον ευαγγέλιο, κεφ. 18 (ιη´), στίχ. 23-35. Διαβάστε την εδώ & εδώ (αρχαία ελληνικά) και εδώ (μετάφραση).

Ομιλία του π. Στέφανου Αναγνωστόπουλου για το ίδιο θέμα (μπείτε εδώ)

Η σημερινή περικοπή χριστιανοί μου, μας αποκαλύπτει όλο το μεγαλείο της ευσπλαχνίας του Αγίου Θεού προς το πεσμένο πλάσμα Του, τον αμαρτωλό άνθρωπο. Όσες φοβερές και μεγάλες κι αν είναι οι αμαρτίες σου, συγχωρείσαι, αν ζητήσεις το έλεος από τον Θεόν και εξομολογηθείς με αληθινή μετάνοια. Τότε είναι εύκολο να συγχωρέσεις και τα λάθη του αδελφού σου, αν στο πέρασμα της ζωής, σου έφταιξε σε κάτι.
Η παραβολή μας λέγει για κάποιον που είχε ένα τεράστιο χρέος, μυρίων ταλάντων, ας πούμε ενός εκατομμυρίου ευρώ, στον άρχοντα της πόλεως. Βασιλέα τον ονομάζει η παραβολή. Επειδή φαίνεται πως θα είχε κάμει κάποια κατάχρηση στην διαχείριση των πραγμάτων του άρχοντος αυτού, έπεσε σε αυτό το τεράστιο χρέος και δεν μπορούσε να το ξεχρεώσει.
Ο άρχοντας λοιπόν διέταξε να πωληθεί ως δούλος, και αυτός και η γυναίκα του και τα παιδιά του, και όλα όσα είχε σαν υπάρχοντα, για να εξοφληθεί έστω και ένα μικρό μέρος από το χρέος αυτό το πολύ μεγάλο.
Ο άνθρωπος αυτός, δυστυχισμένος όπως ήταν, όταν άκουσε την απόφαση, ασφαλώς θα τρομοκρατήθηκε φοβερά, γι’ αυτό και έπεσε στα πόδια εκεινού του άρχοντος βασιλέως και ζήτησε να τον ελεηθεί και να τον αφήσει ένα διάστημα να μπορέσει να εργαστεί για να αποδώσει το χρέος. Ο άρχοντας που ήταν πολύ πολύ σπλαχνικός, όχι μόνον τον άφησε ελεύθερον, όχι μόνον δεν τον πούλησε σκλάβον, αλλά του χάρισε το χρέος! Του χάρισε ενός εκατομμυρίου ευρώ. Του τα χάρισε!
Το αποτέλεσμα ποιο ήταν; Να μας δείξει τη διαγωγή εκείνη του ευεργετηθέντος δούλου. Να μας δείξει ότι η διαγωγή του στη συνέχεια ήτο σκληροτάτη προς κάποιον άλλον συμπολίτην του, ο οποίος του χρωστούσε εκατό δραχμές. Και επειδή δεν μπορούσε να του τα δώσει, τον άρπαξε απ’ το λαιμό, και τα απαιτούσε! Δεν μπορούσε ο καημένος να προσφέρει τις εκατό δραχμές, τα εκατό ευρώ και τον έβαλε στη φυλακή. Του χάρισε ο άρχοντας ένα εκατομμύριο ευρώ, και δεν μπορούσε να χαρίσει αυτός τις εκατό δραχμές! Τα εκατό ευρώ, - πώς να το πούμε…
Το πληροφορήθηκε λοιπόν αυτό ο άρχοντας βασιλεύς και ήταν επόμενον να λάβει τα μέτρα του και να τιμωρήσει σκληρότατα αυτόν τον άκαρδον δούλον. Και καταλήγει η παραβολή ότι το αυτό θα κάμει και ο Θεός σ’ όλους μας, εάν δεν συγχωρούμε με όλη μας την καρδιά, όλες τις αδικίες που τυχόν μας έχει κάνει ο διπλανός μας.

Μπορεί να μας αδίκησε, ή να μας αδικεί, ο άντρας μας ή η γυναίκα μας, ή και ο αδελφός μας καμιά φορά, ιδιαίτερα δε στις μοιρασιές των κληρονομικών. Μπορεί να μας έβλαψε ο γείτονάς μας, ή εξακολουθεί να μας βλάπτει αυτός που είναι από πάνω, αυτός που είναι από κάτω, αυτός που είναι από δίπλα στην ίδια πολυκατοικία. Μπορεί να μας συκοφάντησαν ή να μας έκαναν κάποιο κακό, μεγάλο ή μικρό, στο σπίτι, στο δρόμο, στη δουλειά, σε οποιοδήποτε άλλο μέρος και χώρο.
Εμείς όμως, οφείλουμε, έχουμε υποχρέωση, σύμφωνα με την εντολή του Θεού, τους πάντες και τα πάντα να συγχωρούμε. Αφού πρώτος αυτός, μας συγχώρεσε και έσκισε το χειρόγραφο των χρεών μας με τη Σταυρική Του Θυσία πάνω στο Γολγοθά. Τα δικά μας σφάλματα και πταίσματα και παραβάσεις, και κακουργήματα και αδικίες και αισχρότητες και πονηρίες και ψεύδη και μύρια τόσα άλλα κακά, είναι αναρίθμητα μα ο Θεός τα συγχωρεί δωρεάν.
Την ίδια όμως υποχρέωση έχουμε και μείς, στο να συγχωρούμε τα λίγα λαθάκια του πλησίον μας, όποιος και αν είναι αυτός. Εάν το κάνουμε αυτό, γινόμαστε όμοιοι με τον Θεόν. Άλλωστε και η εντολή του Αγίου Θεού είναι «γίνεστε ουν οικτίρμονες, καθώς και ο Πατήρ ημών ο Ουράνιος, Οικτίρμων εστί».
Άλλωστε αυτό το ζητάμε και κάθε μέρα με την Κυριακή προσευχή, και το ζητήσαμε προηγουμένως όλοι μαζί στο «Πάτερ ημών». Και είπαμε «και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Συγχώρεσέ μας Θεέ μου, ζητήσαμε απ’ τον Θεόν, όπως ημείς έχουμε συγχωρέσει τον πλησίον μας. Και τότε μόνον εαν πραγματοποιηθεί αυτό, μας καθιστά ο Θεός αξίους στο να κοινωνούμε τακτικά των Αχράντων Μυστηρίων. Καμιά προσευχή και καμιά δέησις, και καμιά νηστεία ούτε εισακούεται ούτε πιάνει αν στην καρδιά μας βασιλεύει η μνησικακία, η σκληροκαρδία, η κατάκρισις, ο φθόνος και τόσα άλλα κακά. Πρώτα μετάνοια, εξομολόγησις και έμπρακτη συγχωρητικότητα και ύστερα Θεία Κοινωνία. Αν δεν υπάρξει συγχώρησις, δεν υπάρχει και Θεία Χάρις, δεν υπάρχει σωτηρία.
Τα τέσσερα σωστικά μυστήρια της Εκκλησίας μας, Βάπτισμα, Χρίσμα, Θεία Κοινωνία και Ιερά Εξομολόγησις, ανοίγουν την καρδιά μας διάπλατα για να λάμψει μέσα σ’ αυτήν ο ήλιος της δικαιοσύνης και της αγάπης, ο Χριστός, με την βασική προϋπόθεση ότι εμείς έχουμε συγχωρέσει όχι μόνον τον πλησίον μας που μας αδίκησε ή μας έβλαψε, αλλά και που τον βοηθούμε με αγάπη, ακόμα και τώρα σε όλες του τις ανάγκες. Και τότε γίνεται το μεγάλο μυστήριο.

Όπως κάποτε το Άγιον Πνεύμα επεσκίασε την Παρθένον κόρη της Ναζαρέτ, τη Μαριάμ, την Παναγία μας, και κατέβηκε ο Λόγος του Θεού, ο Υιός του Θεού, και σαρκώθηκε από τα σπλάχνα της, και γεννήθηκε ο Χριστός, ο τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, ο Θεάνθρωπος Κύριος και Χριστός, έτσι ακριβώς έρχεται και το Άγιον Πνεύμα μέσα στην καρδιά μας, διά μέσου αυτών των προϋποθέσεων που αναφέραμε προηγουμένως, και γεννάται μέσα μας, μυστικά και αθόρυβα ο Χριστός.
Την έχετε νοιώσει ποτέ αυτή τη γέννηση; Υπάρχουν σκιρτήματα πνευματικά που φανερώνει ότι κυοφορείται αυτή γέννησις, αυτή η σωτηρία. Και τότε γίνεται ένωσις, σύγκρασις, οικίωσις, συνοικίωσις με τη Θεία Χάρη. Βιώνουμε, πώς να το πω, ζούμε, έχουμε αίσθηση ότι το Άγιον Πνεύμα έγινε κτήμα μας, είναι το Άγιον Πνεύμα δικό μας, είναι μέσα στη καρδιά μας, βασιλεύει στο είναι μας, το έχουμε κατακτήσει τρόπον τινά. Δικός μας ο Χριστός, δική μας η Θεία ευλογία, δική μας η άνωθεν ειρήνη, δική μας η πνευματική χριστιανική ζωή, δικό μας το Πανάγιον Πνεύμα, βεβαιωμένη η ελπίδα της σωτηρίας.
Τι ουράνια χαρά και τι Θεία Ευφροσύνη πλημμυρίζει τότε την καρδιά μας. Συγχώρεσες; Συγχωρέθηκες και συ στο μέγα μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως.
Έλεος ζητάς απ’ τον Θεόν; Γι’ αυτό και λέμε και το «Κυριε ελέησον» τόσες πολλές φορές. Πρόσφερε και συ τα δικά σου σπλάχνα των οικτιρμών σ’ αυτόν που σε βασανίζει κάθε μέρα. Τι σημασία έχει για το πόσο μεγάλα ή πολλά είναι τα σφάλματά σου, η συγχωτητική ευχή του εξομολόγου ιερέως όλα τα εξαλείφει, όλα τα καθαρίζει, γι’ αυτό και συ συγχώρεσε τον πλησίον σου, που σου έκαμε αυτό το μεγάλο κακό.

Και τότε εάν αυτό το πραγματοποιήσεις και βρεθείς στο πετραχήλι του πνευματικού και μέσα στην Εκκλησία, τότε οι άγγελοι θα σε κυκλώνουν, όλοι οι άγιοι της θριαμβεύουσας Εκκλησίας θα σε αγκαλιάσουν, η Παναγία θα σε φιλήσει στοργικά και ο Χριστός θα σου ετοιμάσει Τράπεζα σωτηρίας. Ο ίδιος θα σε υπηρετήσει, μα και ο ίδιος θα σου γίνει το μάννα εκ του ουρανού, ο άρτος της αιώνιας ζωής, ο εκ του ουρανού καταβάς, το ύδωρ το ζόν το αλλόμενον εις ζωήν αιώνιον.
Αυτό σημαίνει ότι ο Κύριος που σε υπηρετεί και συγχρόνως σε χορταίνει, μέσα στην καρδιά σου, είναι ο ίδιος, είναι αυτός που σήμερα είναι μέσα στη Θεία Λειτουργία το κύριον πρόσωπο, και στη Θεία Κοινωνία, ο Χριστός, ο Σωτήρας, είναι ο ίδιος, και μαζί σου όταν συγχωρείς,
είναι ο ίδιος που συγχωρεί και σένα.
Είναι ο ίδιος στη μυστική σου προσευχή,
και είναι ο ίδιος κοντά σου μέσα στη χούφτα σου στην κρυφή σου ελεημοσύνη.
Είναι ο ίδιος που φωτίζει το σκοτισμένο μας νου και ξαστερώνει το μυαλό μας το θολωμένο.
Είναι ο ίδιος που συμπορεύεται μαζί μας στη ζωή,
ο ίδιος που μας ευλογεί, που μας χαριτώνει που μας αναγεννά και μας δικαιώνει.
Είναι αυτός που μας στηρίζει στον αγώνα μας, για να καθαριστούμε από τα πολλά μας πάθη, και τα ψυχικά και τα σωματικά,
είναι ο Χριστός που σώζει.
Είναι ο Σωτήρας σου,
και ο Σωτήρας σου,
και ο δικός μου Σωτήρας.
Είναι ο Λυτρωτής όλων μας,
ο Σωτήρας όλων των ανθρώπων. «Διότι ουκ ήλθον ίνα κρίνω τον κόσμον αλλά ίνα σώσω τον κόσμον μας», μας βεβαιώνει το αψευδές στόμα Του.
Είναι η αλήθεια και το φως.
Είναι η Ζωή και η Ανάστασις.
Είναι η Ζωή και η Ανάστασις.
Είναι ο Σωτήρας σου.
Να είστε όλοι ευλογημένοι.
Αμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: